Δεν αποκαλύπτω τις μεθοδεύσεις μου δη ευνόητους λόγους.
Ως γνωστόν την άλλη
Παρασκευή έχουμε την κρατική Ορχήστρα Αθηνών στο φρούριο με ένα
Γκαλά Όπερας στο πρώτο μέρος (Γάμοι του Φίγκαρο, Μαγικός αυλός , Βασιλιάς
Μιθριδάτης, Δον Τζιοβάνι, Κουρέα της Σεβίλλης ) και στο δεύτερο μέρος τα Κάρμινα Μπουράνα.
Δεν είμαι υπέρ του τσάμπα αλλά δεν έχω λεφτά.
Δεν έχω που δεν έχω λεφτά να βγάλω εισιτήριο, η κρατική ορχήστρα θα έρθει που θα έρθει , γιατί να μην την
απολαύσω?
Γιατί να κρατάνε την πρώτη θέση του Δημάρχου, τσάμπα , που δεν έρχεται γιατί είναι
αλλοδαπός και δεν του αρέσουν αυτά τα
πράγματα?
Ερωτώ.
Έχω μπει άπειρες φορές ως τζαμπατζής (όχι συνειδητός αλλά
από ανάγκη επαναλαμβάνω).
Μια φορά μπήκα στο Θέατρο ως ηλεκτρολόγος. Κατέβηκα στο υπόγειο, πήρα
μια σκάλα και μια μπαλαντέζα που βρήκα και
μπήκα στην αίθουσα, ανέβηκα στην
σκηνή πήγα στα παρασκήνια , άφησα τη σκάλα και την μπαλαντέζα και γύρισα στην
αίθουσα σαν κύριος.
Μια άλλη φορά μπήκα
ως «υπεύθυνος για θέματα πολιτισμού της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων» Με βάλανε σε Θεωρείο και ήπια και ένα καμπάρι
με χρέωση στην Περιφέρεια.
Στο Μον Ρεπό (Θέατρο Ρένα Βλαχοπούλου, Επτά επί Θήβας) μπήκα
πηδώντας τον μαντρότοιχο . Για καλή μου τύχη από κάτω ήταν μια ωρομίσθια
δασκάλα της μουσικής από την Ευρυτανία και έπεσα επάνω της. Είχε
πρωτοπηδήξει τον μαντρότοιχο αλλά άνοιξε
η τσάντα της και έψαχνε να βρει τα πράματα της μέσα στα χόρτα.
Μπήκαμε στο Θέατρο γιομάτοι αδραχτηλιόνους (ξερά χόρτα που
άμα σου κολλήσουν στα ρούχα δεν βγαίνουν άλλο).
Η γνωριμία μας δεν συνεχίσθηκε διότι ακόμα και οι δασκάλες
μουσικής στην μακρινή Ευρυτανία είναι ιδιαίτερα συγκρατημένες .
Στο φοίνικα (
Στρατηγός Μακρυγιάννης) είχα μπει ντυμένος με παραδοσιακή φορεσιά.
Είχαμε βάλει στοίχημα τα ποτά ότι θα καταφέρω να μπω. Είχε
μόνο μια ελεγχόμενη είσοδο.
Πήγα από δίπλα στις αποθήκες αλλά και η πόρτα που οδηγούσε
στα παρασκήνια ήταν κλειστή. Βρήκα μια κρεμάστρα με ρούχα θεάτρου και διάλεξα
ένα γιλέκο παραδοσιακό κεντητό. Το φόρεσα ξεκούμπωτο (και καλά ετοιμάζομαι) και
περνάω βιαστικός μπροστά από τον πιτσιρικά που έλεγχε τα εισιτήρια
-«Πέρασε η Ζωή ?» ρωτάω βιαστικά.
-«Δεν την είδα» μου απαντά για να μην πιαστεί αδιάβαστος.
Ο Πρώτος από τους φίλους που με είδε στο φουαγιέ να μπαίνω με το γιλέκο έπινε καφέ εκείνη τη
στιγμή και του βγήκε από την μύτη.
Ήπια το καμπάρι μου και μου χρεωστάγανε κιόλας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου