Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

Addio Costanzo

 Έφυγε τα ξημερώματα του Σαββάτου ο Κοστάντζο Πρέβε, ένας αγαπημένος φίλος και ένας μεγάλος δάσκαλος.

Αρκετοί τον ξέρουν από τα βιβλία του που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα.
Είχε σπουδάσει αρχαία Ελληνική φιλοσοφία στην Αθήνα  και αγαπούσε την Ελλάδα.

Του άρεσε πολύ η Κέρκυρα και πέρναγε τακτικά από εδώ.

Του άρεσε να μιλάμε περπατώντας.

Ονειρευόταν  σχολεία που τα μαθήματα να γίνονται περπατώντας …σαν εκδρομές.

Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το βιβλίο του «Το λυκόφως των κοινωνικών Θεών».

Ήταν μια αναφορά στο μηδενισμό με έναν τρόπο εξαιρετικό.

Ο τίτλος στα Ελληνικά ήταν μια παράφραση του γνωστού βιβλίου του Νίτσε «Το λυκόφως των Θεών».

Του έλεγα ότι ο τίτλος είναι περιοριστικός για το εύρος του βιβλίου.

Συμφωνούσε. Το βιβλίο είχε κυκλοφορήσει σε όλες τις άλλες γλώσσες με τον τίτλο «Ο Πέτρινος συνδαιτυμόνας (Convitato di Pietra). Ήταν εμπνευσμένος από την Όπερα του Μότσαρτ  «Don Giovanni».

Μιλούσε , εκτός των άλλων, για την περιπέτεια του ανθρώπου που είναι συνδεδεμένη με τον μηδενισμό σε όλη σχεδόν την Ιστορία του και σε όλες τις δραστηριότητές του.

Βγαίνει από όλους τους πόρους του δέρματος του. Τον κατατρέχει παντού. Στην πολιτική, στην φιλοσοφία στα μαθηματικά στην μουσική , στις επιστήμες, στην λογοτεχνία  …παντού.

Κατασκευάζει  παντού ένα ανύπαρκτο «Μηδέν» και ένα εξίσου ανύπαρκτο «Όλον».

Ταυτίζεται με το (άτμητο, άτομο) «Μηδέν»  , το θεοποιεί  και το κάνει κυρίαρχο ενός ανύπαρκτου «Όλου».

Όπως έλεγε ο Έγκελς στο «ΑντιΝτυριγκ» , «.. Η μεγάλη αντίφαση του κόσμου είναι ότι ενώ είναι άπειρος αποτελείται από πεπερασμένες υποστάσεις…» «.. έτσι ο Άνθρωπος αρνείται να συμβιβαστεί  και αντιστρέφει διαρκώς τους όρους της αντίφασης . Θέτει τον (πεπερασμένο) εαυτό του στην θέση του άπειρου –αιώνιου και μετατρέπει τον άπειρο κόσμο  σε πεπερασμένο  Σύμπαν-Όλον».

Στα μαθηματικά κατασκευάζει ένα άτμητο-άτομο «Μηδέν».

Στην φυσική κατασκευάζει ένα «αρχικό»  «Μπίγκ Μπάγκ» ως «αρχή» ενός «Όλου» και , κατά συνέπεια, ενός επικείμενου γενικού τέλους.

Στην μουσική αναζητεί την «Αρμονία του Σύμπαντος κόσμου» κρατώντας για τον εαυτό του (και για τον Θεό του) τον ρόλο του «Μεγάλου  αυλητή».

Στην Θρησκεία κατασκευάζει «καθ εικόνα και ομοίωση» Θεούς  των «Πάντων» και είναι σίγουρος για την προοπτική της ταύτισης του με αυτούς.

Ερμηνεύει τον Μαρξισμό σαν μια θεωρία  που ορίζει την Εργατική τάξη ως Θεότητα που είναι προορισμένη να «αίρει τις αμαρτίες του κόσμου» και να τον οδηγήσει στον παράδεισο του κομμουνισμού.

Ο Μηδενιστικός Αναρχικός ακτιβισμός ορίζει το «Άτομο», δηλαδή το «Μηδέν»,  απαλλαγμένο από την ενοχλητική συλλογική του υπόσταση και υποτάσσει τα πάντα στην παρόρμησή του «ατόμου-μηδενός ».

 Κάναμε πολύωρους περιπάτους με τον Κοστάντζο στην Γαρίτσα στον Ύψο και στην Αχαράβη.

Με είχε εντυπωσιάσει ο εξαιρετικός παραλληλισμός που έκανε  του «Δόν Τζιοβάνι» και του «Πέτρινου συνδαιτυμόνα» με τον Μηδενισμό.

Πίστευε ότι η κριτική στον Νίτσε, ως οιονεί πατέρα του φασισμού,  ήταν πέρα για πέρα λάθος.

Ο Νίτσε , έλεγε, υπήρξε ο μεγαλύτερος πολέμιος του μηδενισμού που,  όπως ο Δον Τζιοβάνι,  κατέληξε τελικά να υποταχθεί σε αυτόν και να συρθεί στην κόλαση του.

Του μιλούσα για τον Λούκατς και την μπροσούρα του «Ο Νίτσε υπό το φως του Μαρξισμού».

Μου έλεγε, γελώντας,  «Ο Λούκατς ήταν σπουδαίος αλλά κανείς δεν ξέρει τι θα έλεγε αν μπορούσε να μιλήσει ελεύθερα».

Του άρεσε η Κέρκυρα . Του άρεσε το καλό κρασί.  Μιλούσε για τα δυσκολότερα φιλοσοφικά ζητήματα του κόσμου όπως μιλούσε για μια σπασμένη λάμπα του δημοτικού φωτισμού η για μια λακκούβα στο δρόμο .

Κάποια φορά χρησιμοποίησα την λέξη «Αιωνιοποίηση». Γύρισε και με κοίταξε κατάπληκτος.
«Υπάρχει τέτοια λέξη στην Ελληνική γλώσσα;» με ρώτησε.
«Δεν ξέρω..» του λέω αιφνιδιασμένος «..αυτή νομίζω ότι αποδίδει αυτό που σκέφτομαι.».

Ο Κοστάντζο μίλαγε απταίστως Ελληνικά  και του έκανε μεγάλη εντύπωση η δυνατότητα μας να παράγουμε εύκολα νεολογισμούς.

Ήταν ένας τυπικός Ιταλός του βορρά. Κάτω από την επιφανειακή του σοβαρότητα κρυβόταν ένας άνθρωπος με χιούμορ και περιπαικτική διάθεση.
Εξαιτίας των συζητήσεών μας αναζήτησα τον «Δον Τζιοβάνι».

Μάζεψα  τα απαιτούμενα και πήγα να παρακολουθήσω την όπερα στην Θεσσαλονίκη.
Σαν την μύγα μες το γάλα. 
Σε μια άδεια αίθουσα γεμάτη με ακριβά κουστούμια, ακόμα ακριβότερα φορέματα και αρώματα σπουδαίων  εταιρειών.
Δε βαριέσαι!

Πολλοί αμφισβήτησαν αρκετά σημεία από το έργο του Κονστάντζο Πρέβε .
Μπορεί να έχουν δίκιο.
Πάντα παίρνουμε ότι μας ωφελεί .

Εμένα με ωφέλησε και του οφείλω.


Να ναι μαλακό το χώμα του Τορίνο που τον σκεπάζει.
.

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

«Πυλίδα» Θεραπευτική κοινότητα απεξάρτησης.


 Είμαι δυό μήνες «καθαρός» και αισθάνομαι πολύ καλά.

Κάνω σχεδόν δέκα χιλιόμετρα την ημέρα (συν την δουλειά).

Έχω χάσει πέντε κιλά και όλα από την μέση-κοιλιά.

Μου πέφτουν τα παντελόνια.

Μαζευόμαστε το απόγευμα . Πιανόμαστε χέρι-χέρι σε κύκλο (που είναι και ποιο κοινοβιακός- δημοκρατικός ως σχήμα)  και ουρλιάζουμε σαν να είμαστε κουφοί: «Με λένε Σταμάτηηηη!...» και οι υπόλοιποι απαντούν: «…και ο Σταμάτης είναι εντάξειειει!».

Πηγαίνω με το ποδήλατο στου Τζάβρου για να πάρω ψωμί. Δέκα και δέκα  μας κάνουν  είκοσι χιλιόμετρα.

Γνώρισα και μια πρώην χρήστρια  ξανθιά με μελαχρινό παρελθόν και καστανά μάτια.

Είναι υποχρεωμένη να φοράει  παντελόνια και φόρμες εργασίας με τιράντες, που θυμίζουν βιομηχανικό εργάτη της χαλυβουργικής,   για να μην με σπρώξει στην ακολασία.

Δεν μπορώ να προχωρήσω την σχέση διότι υπάρχει ρητή απαγόρευση της κοινότητας να μην έχουμε ερωτικές σχέσεις  . Θα χαλάσει, λένε,  το συλλογικό κοινοβιακό κλίμα και θα χωριστούμε σε αλληλοσπαρασσόμενες φράξιες.

Μένουμε μόνο στο «μιλάνε τα μάτια».

Απαγορεύεται να ακούμε τραγούδια που μας  θυμίζουν το αμαρτωλό μας παρελθόν και μπορεί να μας κάνουν να ξανακυλήσουμε στην πρέζα.

Δεν παίρνουμε υποκατάστατα. Το πρόγραμμα της κοινότητας είναι «στεγνό».

Μας υποχρεώνουν να φέρουμε και άλλον έναν χρήστη στην κοινότητα για να δοκιμαστούμε και στο επίπεδο του προσηλυτισμού και να πείσουμε, τοιουτοτρόπως, και τον εαυτό μας.

Το χειρότερο απ’ όλα είναι που μας βάζουν να κυκλοφορούμε ξανά στις «πιάτσες» για να έρθουμε αντιμέτωποι με το παρελθόν μας και να δοκιμαστούμε.

Περνάω μπροστά από ψησταριές και σουβλατζίδικα και με πιάνει στερητικό σύνδρομο.

Τρέμουν τα χέρια μου.

Μπαίνω μέσα , ρίχνω μια ματιά και φεύγω.

Προσπαθώ να πείσω τον Χρήστο να κόψει την πρέζα του κοντοσουβλιού.

Τις παρασκευές  το «Νέον» έχει  γουρουνόπουλο στη σούβλα.

Κάθομαι σε μια καρέκλα και το βλέπω να στάζει αργά και βασανιστικά πάνω στα κάρβουνα.

Μετράω τις σταγόνες της αμαρτίας μια-μια με μουσική υπόκρουση Στράτο Διονυσίου και «..ένας αϊτός χωρίς φτερά απόψε λέει αντίο».

Ο Λευτέρης έχει αρχίσει και με φοβάται.

«Να σου βάλω μια μερίδα να δοκιμάσεις;…»  

«Άσε καλύτερα…» του λέω  «..το χοιρινό.. τον άνθρωπο σκοτώνει».

«..Και τότε αυτός συνήθιζε, γελώντας τρανταχτά, με τόνα χέρι του ψηλά, πολύ να με σηκώνει.» που λεν και οι ποιητές.

Πιστεύω, πλέον, ακράδαντα  ότι είμαι θύμα μιας σκοτεινής και παγκόσμιας συνωμοσίας ψηστών που μου ρίχνουνε επίτηδες την τσίκνα στα μούτρα.

Στην κοινότητα εκτός από τα «σκληρά» , απαγορεύονται και τα «μαλακά» (φέτα , πλήρες γάλα, πλήρες γιαούρτι, καλαμάρια, χταπόδια , μύδια κλπ.)

Τα βράδια τραγουδάμε γύρω από το τζάκι τραγούδια όπως «Θα σου τηγανίζω ψάρια με παντζάρια σκορδαλιά».

Τις Κυριακές παίρνουμε τα βουνά με την κοινότητα και μαζεύουμε αγριολάχανα.

Αυτήν την εποχή έχουμε τρυφερούς Ζεγκούνους , Πρικαλίδα και Μάλαθρα.

Το άλλο μήνα βγαίνουν τα πρώτα μουσκολάχανα και τα σατζίκια.

Αργότερα θα έχουμε την τρυφερή τσουκνίδα και τα πρώτα φύλλα παπαρούνας για να κοιμόμαστε καλύτερα.

Έχω μια κατσαρόλα τσιγαρέλι από την προηγούμενη συγκομιδή.

Το έκανα πικάντικο. Αγριολάχανα, λαδάκι του θεού,  κόκκινη καυτερή πιπεριά ,άγριο μάλαθρο και λίγο ανθότυρο.

Τα μαζέψαμε στην Πυλίδα όπου είναι τα πάντα καθαρά.

Ο Κύπριος Γιατρός μου, Σταύρος Σταύρου, μου λέει ότι αν συνεχίσω έτσι θα πεθάνω υγιέστατος.


Δεν  θέλω να το εκλάβω ως σαρκασμό.

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

Γκρασέτης Μικέλης του ποτέ Κωσταντή


 Κανείς δεν μίλησε για αυτόν.

Σαν αν μην υπήρξε.

Οι ιστορία  πάντα  φρόντιζε, εκτός των άλλων, να ξοδεύει πολλές ώρες στον καθρέφτη για να σβήνει  τα ενοχλητικά σημάδια στο πρόσωπο  της.

Ίσα που αναφέρεται κάπου το όνομά του.

«Γκρασέτης : Άθεος Κερκυραίος, πιθανότατα Ενετικής καταγωγής, συνεργάτης των άθεων Γάλλων τρομοκρατών στην Κέρκυρα του 1797».

Έτσι λοιπόν , από ανάγκη, γράφω.

Ο Μικέλης σε ηλικία περίπου πέντε χρονών μεταφέρθηκε μισοπεθαμένος από την πείνα στο «Πρεβαντόριο».

Τον βρήκαν στο δρόμο.

Κανείς δεν ήξερε ποιανού ήταν.

Εφτά χρονώ τον υιοθέτησε ένας μάστορας, σπουδαίος καλλιτέχνης,  μαραγκός από την Πόρτα Ρεμούντα.

Λεγόταν Γκρασέτης Κωνσταντής και ήταν παντρεμένος με την Μαριέττα. Δεν κατάφεραν να αποκτήσουν παιδιά.

Όπου βλέπω παλιά έπιπλα που μου αρέσουν σκέφτομαι ότι μπορεί να είναι έργα του Κωσταντή.

Έτσι, η τύχη του μικρού Μικέλη άλλαξε και βρέθηκε σε σπίτι με φαγητό ρούχα και δάσκαλο.

Μερικές φορές πηγαίνανε και σε ένα γνωστό φιλικό σπίτι που, άλλοτε στον κήπο και άλλοτε στο  σαλόνι  είχανε κρυφά παράσταση όπερας.

Οι δικοί του τον όρκιζαν να μην το πει πουθενά.

Έμαθε τη δουλειά του πατέρα του και ήταν από τους ελάχιστους νέους της εποχής που ήξερε γράμματα.

Γνώρισε την Μαρούσα έξω από το Άγιο Φραγκίσκο. Οι Γάλλοι τον είχαν μετατρέψει στο πρώτο δημόσιο σχολείο με δικαίωμα στην μάθηση και των κοριτσιών. Είχαν και συσσίτιο καθημερινά.

Η Μαρούσα Απαλίρα του Ανδρίολου ήταν από τις ελάχιστες κοπέλες που πήγαν στο σχολείο. Θάταν τότε εικοσιπέντε χρονών. Ήταν τσιγγάνα από το Μαντούκι, μαυριδερή με μεγάλες Βεργέτες στα αυτιά και πολύχρωμο μακρύ φόρεμα. Την λέγανε «μόρα» εξαιτίας του χρώματος της.

Εκείνο τον καιρό ο Μικέλης είχε καταταγεί στο σώμα λαϊκής πολιτοφυλακής , που είχε οργανωθεί από τους Γάλλους Δημοκρατικούς,  σε ηλικία  κοντά στα τριάντα.

Ο Πατέρας της Μαρούσας , Ανδρίολος Απαλίρας του Μπαρτόλου,   ήταν ένας πανύψηλος τσιγγάνος. Οι προγόνοι του είχαν έρθει από την Ισπανία. Σκότωσε έναν Μαντουκιώτη ψαρά για μια παρεξήγηση σε ένα πανηγύρι. Είπαν ότι ο ψαράς, στο χορό, είχε σηκώσει με το πόδι του το φουστάνι της γυναίκας του Ανδρίολου.

Τέτοια ντροπή δεν μπορούσε να μείνει αναπάντητη.

Μετά από αυτό ο Ανδρίολος χάθηκε από προσώπου γης . Είπανε ότι πέρασε με βάρκα από την Μπινίτσα στην Πάργα και δεν τόνε ξανάδε ποτέ κανείς.

Η Μαρούσα έγινε μέλος του δημοτικού συμβουλίου. Ήταν η πρώτη γυναίκα και η πρώτη τσιγγάνα που έγινε μέλος του πρώτου δημοτικού συμβουλίου.

Το δημοτικό συμβούλιο ήταν όλοι βιοτέχνες, μαστόροι , εργάτες και χωριάτες.

Ήταν επίσης και οβραίοι  που οι παπάδες και οι αριστοκράτες δεν θελαν ούτε να τους βλέπουν.

Τότε άρχισε στα σοβαρά ο πόλεμος.

Η αριστοκρατία οργάνωσε δολοφονίες και  δολιοφθορές. Τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου ήταν ο πρώτος στόχος.

Στα 1798  καταργείται το δημοτικό συμβούλιο και στην θέση του ορίζεται επαναστατική επιτροπή με έδρα το Σαν Τζιάκομο , που μέχρι τότε ήταν η Λέσχη των ευγενών, δηλαδή το ιερότερο κτήριο της αριστοκρατίας στην πόλη.

Ο Μικέλης Γκρασέτης του Κωσταντή γίνεται  πρόεδρος του επαναστατικού συμβουλίου.

Με την πρώτη του απόφαση το επαναστατικό συμβούλιο  κατάσχει όλα τα χρεόγραφα και τις υποθήκες σπιτιών και χωραφιών που κατείχαν οι μεγαλύτερες οικογένειες του νησιού και τα καίει δημοσίως στην πλατεία, στην θέση του σημερινού πεντοφάναρου.

Συλλαμβάνονται τα μέλη των πιο μισητών οικογενειών της αριστοκρατίας . Πολλούς τους κρέμασαν κάτω από τα βόλτα,  τσι κάρτε Λάκουες.  Άλλους του έστειλαν στα χωριά σαν εργάτες γης.

Η Λαϊκή πολιτοφυλακή και οι Γάλλοι στρατιώτες  είχαν πλέον να αντιμετωπίσουν τον στόλο του Ρώσου Ναυάρχου Ουζάκωφ  και των Τούρκων συμμάχων του που έσπευσαν να αποκαταστήσουν την τάξη και να πατάξουν την «αναρχία».

Έξι μήνες τους πολιορκούσαν στο παλιό φρούριο.

Η συμφωνία που υπογράφηκε τελικά , προέβλεπε την διαφυγή των πολιορκημένων με Γαλλικά πλοία.

Στην διάρκεια της πολιορκίας οι άνθρωποι των ευγενών,  δολοφόνησαν τον πατέρα και την μάνα του Μικέλη Γκρασέτη καθώς και πολλούς συγγενείς των πολιορκημένων που δεν μπόρεσαν να διαφύγουν.

Ο Μικέλης και η Μαρούσα έφυγαν . Μάλλον πήγαν σε κάποια πόλη της βόρειας Ιταλίας. Άλλοι λένε ότι  υπάρχουν ίχνη της οικογένειάς τους σε διάφορες πόλεις  των ακτών της Αδριατικής.

Κανείς δεν ξέρει τι απέγιναν.

ΥΓ. Έγραψα αυτά τα λίγα γνωστά για το Μικέλη Γκρασέτη και την Μαρούσα Απαλίρα  από ανάγκη.
Είχαμε κανονίσει με έναν φίλο να γράψουμε κάτι σε ένα περιοδικό.
Αποχωριστήκαμε ξαφνικά και έμεινε στη μέση η προσπάθεια.
Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει η δική μου γενιά αλλά , νομίζω ότι χρειάζεται να γίνει ένα μνημείο  ονομάτων.
Όχι τίποτα μεγαλειώδες.
Μια μαρμάρινη πλάκα με τα ονόματα αυτών των «φοβερών τρομοκρατών».
Να γράφει: «Μαρούσα Απαλίρα» ,«Μικέλης Γκρασέτης» και να ακολουθούν οι υπόλοιποι.

Να την τοποθετήσουμε στο Πεντοφάναρο.