Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011
Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011
Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2011
Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011
Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011
Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011
Νυχτερινή διαδρομή
Ξεκίνησα για την Αθήνα με ένα βάρος στην καρδιά, με ένα σακίδιο στην πλάτη , με 50 ευρώ στην τσέπη, με ένα μενσουλιν στο στομάχι και με πόνους στη μέση.
Προσπάθησα να βολευτώ στην προτελευταία θέση του λεωφορείου.
Ακριβώς πίσω μου ένας ηλικιωμένος έβηχε ακατάπαυστα.
Ένοιωθα δισεκατομμύρια σταγονίδια γεμάτα μικρόβια να κολλάνε στο σβέρκο μου.
Ανακατεύτηκε το στομάχι μου.
Έκλεισα τα μάτια και μετρούσα δευτερόλεπτα.
Ακριβώς τότε μια μύγα έρχεται και κάθεται πάνω στη μύτη μου.
Άρχισα να αυτοχαστουκίζομαι στο Καναλάκι και σταμάτησα τον αυτοχαστουκισμό στην Πάτρα...η ώρα τρεις τα ξημερώματα.
Αποκαμωμένος αποκοιμήθηκα σε σχήμα ς και με την μύγα του φθινοπώρου να κάνει νυκτερινούς μελαγχολικούς περιπάτους στο κούτελό μου.
Ξύπνησα στο σταθμό έριξα ένα τελευταίο χαστούκι στο κούτελο μου και κατέβηκα.
Προχώρησα προς το σταθμό των ταξί.
Ένας περαστικός έριξε μια θορυβώδη ροχάλα μπροστά στα πόδια μου. Αν δεν έκοβα θα μου πετύχαινε το παπούτσι.
Κρατάω την ψυχραιμία μου.
Την επομένη επιστρέφω για το επόμενο νυχτερινό ταξίδι του γυρισμού στην μητέρα πατρίδα.
Είμαι ράκος.
Το λεωφορείο είναι το ίδιο που με έφερε.
Κάθομαι στο τελευταίο κάθισμα. Τα νώτα μου είναι καλυμμένα.
Στο μπροστινό κάθισμα έρχεται και κάθεται ο γραμματέας του ΚΚΕ Κέρκυρας μαζί με κάποιον άλλον....γυρνάει και μου ρίχνει μια άγρια ματιά..... ανησυχώ..... κάτι μου λέει ότι τα βάσανα μου δεν έχουν τελειώσει ακόμα.
Πιο μπροστά κάθετε ένα τσούρμο πουτάνες που πιάνουν τα τέσσερα καθίσματα. Χασκογελάνε ,μιλάνε ακατάπαυστα στα τηλέφωνα και σχολιάζουν απίθανα πράγματα.
Η μια, με τα βαμμένα χείλια εκτός ορίων, γυρνάει κάθε τόσο και μου ρίχνει ματιές με νόημα.
Ανακατεύεται ξανά το στομάχι μου.
Στον Ασπρόπυργο κλείνω τα μάτια να μην βλέπω τα εργοστάσια τις πουτάνες και τον γραμματέα του ΚΚΕ.
Ακριβώς τότε έρχεται η μύγα και ξανακάθεται στην μύτη μου.
Επιστρέφουμε στην Κέρκυρα
Προσπάθησα να βολευτώ στην προτελευταία θέση του λεωφορείου.
Ακριβώς πίσω μου ένας ηλικιωμένος έβηχε ακατάπαυστα.
Ένοιωθα δισεκατομμύρια σταγονίδια γεμάτα μικρόβια να κολλάνε στο σβέρκο μου.
Ανακατεύτηκε το στομάχι μου.
Έκλεισα τα μάτια και μετρούσα δευτερόλεπτα.
Ακριβώς τότε μια μύγα έρχεται και κάθεται πάνω στη μύτη μου.
Άρχισα να αυτοχαστουκίζομαι στο Καναλάκι και σταμάτησα τον αυτοχαστουκισμό στην Πάτρα...η ώρα τρεις τα ξημερώματα.
Αποκαμωμένος αποκοιμήθηκα σε σχήμα ς και με την μύγα του φθινοπώρου να κάνει νυκτερινούς μελαγχολικούς περιπάτους στο κούτελό μου.
Ξύπνησα στο σταθμό έριξα ένα τελευταίο χαστούκι στο κούτελο μου και κατέβηκα.
Προχώρησα προς το σταθμό των ταξί.
Ένας περαστικός έριξε μια θορυβώδη ροχάλα μπροστά στα πόδια μου. Αν δεν έκοβα θα μου πετύχαινε το παπούτσι.
Κρατάω την ψυχραιμία μου.
Την επομένη επιστρέφω για το επόμενο νυχτερινό ταξίδι του γυρισμού στην μητέρα πατρίδα.
Είμαι ράκος.
Το λεωφορείο είναι το ίδιο που με έφερε.
Κάθομαι στο τελευταίο κάθισμα. Τα νώτα μου είναι καλυμμένα.
Στο μπροστινό κάθισμα έρχεται και κάθεται ο γραμματέας του ΚΚΕ Κέρκυρας μαζί με κάποιον άλλον....γυρνάει και μου ρίχνει μια άγρια ματιά..... ανησυχώ..... κάτι μου λέει ότι τα βάσανα μου δεν έχουν τελειώσει ακόμα.
Πιο μπροστά κάθετε ένα τσούρμο πουτάνες που πιάνουν τα τέσσερα καθίσματα. Χασκογελάνε ,μιλάνε ακατάπαυστα στα τηλέφωνα και σχολιάζουν απίθανα πράγματα.
Η μια, με τα βαμμένα χείλια εκτός ορίων, γυρνάει κάθε τόσο και μου ρίχνει ματιές με νόημα.
Ανακατεύεται ξανά το στομάχι μου.
Στον Ασπρόπυργο κλείνω τα μάτια να μην βλέπω τα εργοστάσια τις πουτάνες και τον γραμματέα του ΚΚΕ.
Ακριβώς τότε έρχεται η μύγα και ξανακάθεται στην μύτη μου.
Επιστρέφουμε στην Κέρκυρα
Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011
ΑΝΤΙΟ ΚΩΣΤΑ
Αλάτι η ομίχλη στα άσπρα λιβάδια
Όπως ένα κυπαρίσσι στα κοιμητήρια
Μια καμπάνα που δεν πιστεύει αληθινά
Σημαδεύει τα σύνορα γης και ουρανού.
Μα εσύ που πάς , εσύ που μένεις
Κοιτάς το χιόνι αν θα είναι και αύριο
Ξανανθίζουν οι περασμένες χαρές
Με τον ζεστό άνεμο ενός άλλου καλοκαιριού.
Και το φώς , θαρρώ πεθαίνει
Στην αμφίβολη σκιά του γίγνεσθαι
Όπου η αυγή γίνεται νύχτα
Και οι θόλοι μοιάζουν με κρανία κέρινα
Μα εσύ που πάς, εσύ που μένεις
Και το χιόνι θα πεθάνει αύριο
Η αγάπη περνάει από κοντά σου
Στην εποχή των λευκακάνθων
Η Γή κουρασμένη κάτω από το χιόνι
Κοιμάται στην σιωπή ενός βαθύ ύπνου
Ο χειμώνας μαζεύει την κούραση
Των χιλίων αιώνων μιας αρχαίας αυγής
Μα εσύ που είσαι, γιατί μένεις;
Ένας άλλος χειμώνας θα γυρίσει αύριο
Θα πέ άλλο χιόνι θα ξεκουράσει τα λιβάδια.
Θα πέσει και άλλο χιόνι στα κοιμητήρια
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)