Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2009

Έτσι μίλησε ο διαχειριστής Βαγγέλης

Προς τον προθιπουργόν της Ελλάδος κε τον εβροιπαικον κρατων



























"..και βοιθατε μας να πάρο άδια να ψίνο καλαμπόκια κε κάστανα αδια υπεθριο επαγκελματία επιδίς πέρνο σινταξει περίπου 6μιση ευρό το μίνα μίπος και βγάλο κανένα φάρμακο για γιατρός γιατί η σίνταξι που πέρνο είναι μικρη... βοιθατε μας...."

Τρίτη 26 Μαΐου 2009

Η μαγεμένη πυγολαμπίδα και ο άπιστος Ανδρέας

Οι επιστήμονες λένε ότι οι πυγολαμπίδες είναι μικρά έντομα που επικοινωνούν μεταξύ τους με την μικρή φωτισμένη τους ουρά.
Το φως τους- λένε- δημιουργείται από μια χημική διεργασία που συμβαίνει μέσα στο σώμα τους.
Πάντοτε τέτοια έλεγαν οι επιστήμονες.
Η Σοφότερη γερόντισσα του χωριού μας ,όμως, λέει άλλα.

Λέει ότι είναι αστέρια που ήρθαν στην Γη γιατί δεν άντεχαν στην παγωνιά του νυχτερινού ουρανού ( γιαυτό, άλλωστε , και ζουν μόνο την Άνοιξη).

Οι πυγολαμπίδες ζουν στο (μαγεμένο) δάσος και πιστεύουν ότι το πιο μυστηριώδες , επικίνδυνο και αφιλόξενο μέρος του κόσμου είναι εκείνη η φωτισμένη τρύπα στη μέση του δάσους που οι άνθρωποι ονομάζουν «μικρό γραφικό χωριό».

Οι γεροντότερες και σοφότερες (ως εκ τούτου) πυγολαμπίδες συμβουλεύουν πάντοτε τις νεότερες να μην πλησιάζουν την καταραμένη εκείνη φωτεινή τρύπα γιατί θα τους ρουφήξει το φως και δεν θα μπορέσουν ποτέ να γυρίσουν πίσω.

Το βράδυ εκείνο, όμως, η μαγεμένη πυγολαμπίδα αποφάσισε να νικήσει όλους τους φόβους της , να αγνοήσει όλες τις συμβουλές και να ξεκινήσει ένα ταξίδι στο κέντρο της φωτισμένης τρύπας .

Πάντοτε έτσι συμβαίνει . Αρκεί η απόφαση μιας αλλοπαρμένης μαγεμένης (και φοβισμένης) πυγολαμπίδας για να αρχίσει ένα αδιανόητο ταξίδι μια μεγάλης εξερεύνησης.

Όταν έφτασε στα πρώτα σπίτια του χωριού –συγνώμη- της φωτισμένης τρύπας , το φως ήταν τόσο δυνατό που η μαγεμένη πυγολαμπίδα έχασε κάθε δυνατότητα επικοινωνίας .
Η φωτισμένη της ουρά δεν φαινόταν σχεδόν καθόλου.
Σαν να χάσουμε εμείς την φωνή μας και κάθε μέσο επικοινωνίας.

Περιπλανήθηκε στους δρόμους, μπήκε μέσα σε σπίτια , πέρασε μπροστά από μια τρομερή πηγή φωτός που οι άνθρωποι την έλεγαν «το δελτίο ειδήσεων των εννέα» , μπήκε σε ένα σπίτι που το έλεγαν καφενείο και είδε ανθρώπους να φωνάζουν και να χειρονομούν , μπήκε σε ένα άλλο που το έλεγαν ταβέρνα και είδε τεράστια σαγόνια να αλέθουν κρέας και γύρω - γύρω κόκαλα ζώων .
Μα πιο πολύ τρόμαξε όταν είδε στον ουρανό κάτι τεράστιες μπάλες φωτός που οι άνθρωποι τις έλεγαν «λαμπτήρες δημοτικού φωτισμού».
Το φως τους ήταν τόσο δυνατό που έκρυβε τα αστέρια .

Τρόμαξε τόσο πολύ που γαντζώθηκε σε έναν τεράστιο βράχο ενός τοίχου που οι άνθρωποι τον λένε «σαγρέ».
Περίμενε εκεί με την καρδιά της να κοντεύει να σπάσει από την αγωνία και τον φόβο.
Ξάφνου ακούει μια τρομερή φωνή «μπαμπά τρέξε , μια πυγολαμπίδα».
Βλέπει να πλησιάζει ένας γίγαντας και όλο να πλησιάζει , μέχρι που έβλεπε μόνον τα τεράστια μάτια του να την κοιτούν με περιέργεια .
Μόλις είχε βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με τον άπιστο Ανδρέα.

Ο φόβος της μεγάλωνε καθώς σκεφτόταν ότι θα μπορούσε να ανοίξει τα τεράστια σαγόνια του και να την κάνει μια χαψιά.
Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι μόλις συνάντησε τον σωτήρα της.

Ο άπιστος Ανδρέας ρωτούσε που ζουν οι άλλες πυγολαμπίδες και πώς μπορεί να πάει να τις δει.

-Θα τον ακολουθήσω- σκέφτηκε η μαγεμένη πυγολαμπίδα – και αν είμαι τυχερή θα με οδηγήσει στο δάσος.
Πράγματι τον ακολούθησε φτερουγίζοντας με τα μικρά της φτερά και όσο τον ακολουθούσε τόσο και λιγόστευε το φως .
Ώσπου σε μια στροφή του δρόμου τα φώτα χάθηκαν τελείως . Ο ουρανός γέμισε ξανά από αστέρια και φάνηκαν στο βάθος οι πυγολαμπίδες που περίμεναν με αγωνία την επιστροφή της ανόητης και άμυαλης φίλης τους.

Η μαγεμένη πυγολαμπίδα πέταξε γρήγορα προς τις συνπυγολαμπίδες της που την περιτριγύρισαν αμέσως και άρχισε να τους αφηγείται τα όσα είχε δει στο κέντρο της φωτισμένης τρύπας .

Το καταλάβαινες γιατί το φως στην ουρά της αναβόσβηνε πολύ γρήγορα , σχεδόν λαχανιασμένα.

Ο άπιστος Ανδρέας μόλις βρέθηκε στο σκοτάδι του δάσους τρόμαξε . Σκέφτηκε ότι θα ήταν φρόνιμο να γυρίσει πίσω στην φωτισμένη τρύπα – συγνώμη – στο γραφικό χωριό.
Κάτι όμως μέσα του τον έσπρωχνε να προχωρήσει πιο βαθειά στο μαγεμένο δάσος.

Πάντοτε έτσι συμβαίνει . Αρκεί η απόφαση ενός άπιστου (και φοβισμένου) Ανδρέα για να αρχίσει ένα αδιανόητο ταξίδι μιας μεγάλης εξερεύνησης.

Οι πυγολαμπίδες ανακατεύτηκαν με τα αστέρια μέσα στο σκοτάδι και νόμισες ότι είχαν αρχίσει έναν ξέφρενο χορό . Σαν ένα Βαλς της ανοίξεως . Ήταν ένας από τους συνηθισμένους χορούς η ήταν μια γιορτή για την επιστροφή της μαγεμένης πυγολαμπίδας;
Ποιος ξέρει;

Ο άπιστος Ανδρέας καταμεσής του χορού κοιτούσε γύρω του και έκανε μικρά διστακτικά βήματα σαν να προσπαθούσε να ακολουθήσει τα βήματα του μαγικού χορού.

Όλα ήταν στο κενό .

Οι πυγολαμπίδες ,τα αστέρια , ο Ανδρέας και πάνωθέτου η μαγεμένη πυγολαμπίδα η πιο φωτεινή από όλες .

Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

Μια «τριλογία» για το hip-hop

Μέρος τρίτον

Το πάρτυ

Μια μέρα πριν το πάρτυ ο Παναγιωτάκης έβαλε ανακοίνωση στην είσοδο και ανακοίνωνε ότι το πάρτυ θα αρχίσει στις 8οομμ και θα τελειώσει στις 12οομμ και ζητούσε προκαταβολικά συγνώμη για την ενόχληση.

Την ίδια στιγμή, ο «διαχειριστής Βαγγέλη» πήρε ένα –ένα τα διαμερίσματα και ψιθύριζε ότι στον «Δεύτερο» απόψε θα γίνουν «όργια».

Όταν μου χτύπησε την πόρτα και μου είπε τα περί οργίων του απάντησα .
«Αυτό είναι ανήκουστο!»
«Ντροπή!»
«Εμείς δηλαδή γιατί δεν έχουμε ειδοποιηθεί?»
«Στο πηγάδι κατουρήσαμε?»

Στις 8οομμ ακριβώς κτυπάω το κουδούνι του Παναγιωτάκη και μου ανοίγει η Μάμα .
Το σαλόνι είναι όλο άδειο από έπιπλα και σε μια γωνιά έχουν εγκαταστήσει τα μηχανήματα .
Μου φέρνουν με κάθε επισημότητα μια μπύρα σε κουτάκι κάθομαι σε μια γωνιά και παρακολουθώ διακριτικά .
Μου λένε και δυο τραγούδια των active member που ξέρουν ότι μου αρέσουν και συνεχίζουν με τα δικά τους.
Κάποια στιγμή μου λένε ότι θα κάνουν και δίσκο με τα τραγούδια τους.

Τα τραγούδια τους μιλούν για μικρές και «ασήμαντες» ιστορίες της γειτονιάς μας .
Το ένα μιλάει για κάποιον πιτσιρικά που διάρρηξε το περίπτερο της γειτονιάς και αντί να πάρει τα λεφτά , έφαγε όλες τις σοκολάτες και τον έπιασαν την άλλη μέρα στο «Νισοκομείο» που πήγε για πλύση στομάχου.

Το άλλο για μια «σκύλα» από το Α3 που έκαιγε καρδιές «έτσι για να γουστάρει» και που «κανείς δεν μπόρεσε ποτέ να Τήνε «πάρει» .

Το άλλο για κάποιο ντελίβερι «από την κάτω Κουλίνα»…. που «είχε «πειράξει» τα ζιγκλέρ (από το παπί) και (αν κατάλαβα καλά, μάλλον ) σακατεύτηκε ….«ένα βράδυ που έτρεχε στο λόφο Κογιεβίνα»..

Η βραδιά κυλούσε καλά .

Όλοι χόρευαν και τραγουδούσαν εκ περιτροπής.
Η Μάμα έψηνε τυροπιτάκια στην κουζίνα .
Ο Παναγιωτάκης είχε στριμώξει κάποια συμμαθήτρια του στην κρεβατοκάμαρα της Μάμας .
Η Μάμα απέξω χτύπαγε την πόρτα και φώναζε « Έβγα έξω ορέ , που να μπει ο διάολος μέσα σου , θα γκαστρώσεις την ξένη κοπέλα».

Τα γνωστά.

Όσο πλησίαζαν τα μεσάνυχτα η αγωνία της Μάμας κορυφωνόταν.
«Μην φωνάζετε ορέ θα μας φέρει την «Αστενομία» ο Βαγγέλης!».

Ο «Διαχειριστής Βαγγέλης» , εν τω μεταξύ ήταν πάνω από το τηλέφωνο και παρακαλούσε να μην σταματήσουν οι μουσικές στις δώδεκα για να ειδοποιήσει την «Αστενομία».

Πέντε λεπτά πριν τα Μεσάνυχτα ένας από την συμμορία , που ήταν στο βάθος του σαλονιού της ακολασίας, παίρνει τηλέφωνο από το κινητό του στο σταθερό του σπιτιού που ήταν εγκατεστημένο σε τραπεζάκι στο χολ επάνω σε περίτεχνο σεμεδάκι.

Δίπλα στο τηλέφωνο περιμένει ,αδιάφορα δήθεν, ο έτερος της συμμορίας.

Χτυπάει μια το τηλέφωνο , χτυπάει δύο.
Τρέχει η Μάμα από την κουζίνα να το σηκώσει σκουπίζοντας τα χέρια της από την ποδιά της και με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της.
Και μόλις απλώνει το χέρι της να πιάσει το τηλέφωνο, το αρπάζει ο συμμορίτης που περίμενε .

«Εμπρός» - λέει ο συμμορίτης- ενώ η Μάμα τον κοίταγε στα μάτια με αγωνία.

«Τι κάνουμε εδώ?»
«Τι να κάνουμε ρε φίλε? Πάρτυ κάνουμε !»
«Τι Πάρτυ?»
« Πάρτυ ρε φίλε … Παρτούζες…Χασίσια …τα γνωστά!»
«Απαγορεύεται?»
«Και ποιος είσαι εσύ ρε φίλε?»
«Ο Διοικητής της ασφάλειας?»
«Στ’ α……α μας!!»

Και «του» κλείνει το τηλέφωνο!

Η Μάμα μένει για μια στιγμή άφωνη και με γουρλωμένα τα μάτια.
Ετοιμάζεται να καταρρεύσει ψιθυρίζωντας
«θα με κλείσουν στη φυλακή».
Προσπαθώ να την συγκρατήσω.
«Μην κάνεις έτσι σου κάνουνε πλάκα».
«Τι πλάκα?»- μου λέει – «δεν τον άκουσες?».

Ο Παναγιωτάκης ο Μέγας . Να είναι καλά !

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009

Μιά "τριλογία" για το hip-hop

Μέρος Δεύτερον

Το πόμολο

Τα πόμολα των απλών κλειδαριών ( αλλά και των πρόσθετων κλειδαριών ασφαλείας) χρησιμεύουν για να κλειδώνουν τους φόβους έξω.
Είναι , λένε , το πιο αποτελεσματικό μέσο.
Είμαι επιφυλακτικός προς αυτήν την πεποίθηση, και τούτο διότι (δια μέσω του φωταγωγού της κουζίνας μου) κάθε βράδυ τους ακούω μέσα.

Το δικό μας πόμολο εδώ και καιρό είχε αρχίσει να κουνάει.
Μια αόρατη μικρή βίδα στο κάτω μέρος του είχε αρχίσει να βγαίνει.
Κάποια στιγμή έμεινε σε κάποιου το χέρι και αυτός, μην έχοντας τι άλλο να κάνει, το άφησε κάτω.

Μόλις είδε ο «Διαχειριστής Βαγγέλης» το πόμολο καταγής, έβαλε τις φωνές.
- « Αυτό το κωλόπαιδο μας χάλασε την κλειδαριά . Αυτό είχε σπάσει και το τζάμι!
Ο αλήτης , ο ναρκομανής ! Αλλά δεν φταίει αυτός ! Η μάνα του φταίει !
Τώρα θα του δείξω εγώ! Πάω να τους κατεβάσω όλους κάτω να δούνε τα χάλια μας!»

Είχα τα κέφια μου εκείνη την ώρα και ώσπου να κατεβάσει τους γερόντους του «τετάρτου» πήρα ένα κατσαβίδι και ξαναβίδωσα το πόμολο.
Αυτό ήταν! Με το που βλέπουν το πόμολο στη θέση του τα βάζουν με τον «Διαχειριστή Βαγγέλη» που τους ξεσήκωσε άδικα.

Μόλις αρχίζουν να ανεβαίνουν τα σκαλιά μουρμουρίζοντας, ξαναξεβιδώνω το πόμολο και το αφήνω πάλι κάτω.

Το βλέπει ο «Διαχειριστής Βαγγέλης» και κόντεψε να πάθει έμφραγμα.
-«Ορίστε το κωλόπαιδο! Ο χασικλής ! αλλά δεν φταίει αυτός η μάνα του φταίει!» κλπ κλπ

Και, ω του θαύματος , εκείνη την στιγμή εμφανίζεται η συμμορία του hip-hop της πολυκατοικίας μας με αρχηγό τον δεκατετράχρονο Παναγιωτάκη .
Ακούει ο Παναγιωτάκης τον «Διαχειριστή Βαγγέλη» να λέει για τη μάνα του και του δίνει ένα χαστούκι.
-«Βοήθεια χριστιανοί με σκοτώνουν!» ωρύεται ο Βαγγέλης .
Τηλεφωνούν οι του «τετάρτου», «βοήθεια τον σκοτώνουν» , ακούει και η αστυνομία ότι τον «σκοτώνουν» και έρχονται με αλεξίσφαιρα γιλέκα και πολυβόλα και παρατάσσονται έξω από την είσοδο της πολυκατοικίας απέναντι από την συμμορία των αδίστακτων κακοποιών της Τρίτης Γυμνασίου.

Εκείνη την «κρίσιμη στιγμή» μπήκα ανάμεσα τους και τους εξήγησα ότι πρόκειται για ένα χαστούκι και αυτό κάτω από «ειδικές περιστάσεις».
Έφυγε η Αστυνομία αφού συμβούλευσε τον «Διαχειριστή Βαγγέλη» να κάνει μήνυση του Παναγιωτάκη, εάν θέλει, και το επεισόδιο θεωρήθηκε λήξαν .

Ο Παναγιωτάκης εντυπωσιάστηκε τόσο με το θάρρος και την αυταπάρνηση που επέδειξα την «κρίσιμη στιγμή» ώστε μετά από μερικές μέρες με πλησίασε σοβαρός
σοβαρός και με προσκάλεσε (άκουσων !! άκουσων!! ) στο πάρτυ των γενεθλίων του.

Ήταν, δε, τόσο φορτισμένος συναισθηματικά την στιγμή της πρόσκλησης που, για μια στιγμή, φοβήθηκα ότι θα μου ζητήσει να χαράξουμε τα χέρια μας και να αδελφοποιηθούμε , όπως κάνουν οι Ινδιάνοι.

Τον ευχαρίστησα . Πήγα σε ένα μαγαζί και του πήρα ένα μπλουζάκι που θα του άρεσε και ήμουν πανέτοιμος και ανυπόμονος για να πάω για πρώτη μου φορά σε πάρτυ hip-hop (έστω της Τρίτης Γυμνασίου).

Για αυτή μου , όμως, την εμπειρία θα σας μιλήσω στο επόμενο και τελευταίο post της «τριλογίας του hip-hop» με τίτλο «το πάρτυ».

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2009

Μια "τριλογία" για το hip hop

Mέρος πρώτον

«Άμοιρε γείτονα»

«..Όταν αγγίζεις τον ουρανό σου
γίνεσαι ένα με το θεό σου
και εξουσιάζεσαι..»


Οι “Active Member” είναι ένα γνωστό συγκρότημα της ελληνικής hip-hop σκηνής . Έχει εγκαινιάσει ένα νέο τρόπο μουσικής έκφρασης , το low bap, που είναι επίσης πολύ γνωστός.
Τους συνάντησα μια φορά στην Σαλλονίκη , στη Τσιμισκή, στη μέση του δρόμου να περπατούν ατάραχοι με τα μαύρα φαρδιά ρούχα τους ενώ γύρω μας έπεφταν βροχή τα δακρυγόνα
Είχα αρχίσει ήδη να έρχομαι σε επαφή με αυτό το είδος μουσικής έκφρασης και μου έκανε εντύπωση . Πιο πολύ μου άρεσε o ποιητικός τους λόγος .
Το βράδυ πήγα και σε μια συναυλία τους στο πανεπιστήμιο. Έμεινα με ανοιχτό το στόμα !
Οι χεβυμεταλλάδες της γειτονιάς μου ( και ιδιαίτερα ο Αντώνης ο φανατικός), τους περιφρονούν.

« Αυτά δεν είναι μουσική» -μου λένε -«είναι παρλάτες με ηλεκτρονικούς ήχους κονσέρβα»- ότι -« η ψυχή πρέπει να «βγεί» από τις άκρες των δακτύλων» - και άλλα πολλά μου λένε .
Και τους ακούω. Γιατί – ως γνωστό - έχω εμπιστοσύνη στην ευαισθησία της ράτσας του Alternative Heavy Metal.
Κρατάω, όμως, και τις επιφυλάξεις μου.

Άλλοι πάλι μου λένε ότι

«Όταν χορταίνουν οι ποιητάδες,
αλλάζουν ρότα κι όλες οι αράδες
που ξεφουρνίζανε»

Εδώ δεν με αφορά το θέμα διότι δεν έχω παντρευτεί με ποιητή αλλά ούτε και με τον επιπλοποιό που μου έφτιαξε την βιβλιοθήκη.

Ας κάνει ο καθένας τα «κουμάντα» του, η αλλιώς «Καθείς και τα όπλα του» που έλεγαν αυτοί που ήξεραν.

Το θέμα, όμως , είναι άλλο .
Τι σχέση μπορεί να έχει ο «διαχειριστής Βαγγέλης» με όλα αυτά.
Έλα ντε!

Ο Βαγγέλης ,λοιπόν, διαχειρίζεται τις τύχες της πολυκατοικίας μας.

Θα μου πείτε «γιατί ο Βαγγέλης?» και θα σας απαντήσω ευθέως «Γιατί κανείς άλλος δεν ενδιαφερόταν για την θέση.»

Παρά την ηλικία του (πάνω από 80) φροντίζει για όλα.
Και το ευχαριστιέται , αισθάνεται απαραίτητος ,αναντικατάστατος, μέρος της εξουσίας . Στέλνει και γράμματα στους υπουργούς, δέχεται ευχετήριες κάρτες στις γιορτές από πολιτικούς και δημάρχους, καλεί σε γενικές συνελεύσεις (που δεν πάει κανένας) , έτερον εκάτερον .

Είναι ο «άμοιρος γείτονας» μας που βρέθηκε μπροστά σε ένα ανεξήγητο φαινόμενο και σε μια εξαιρετική περίσταση .

Για όλα αυτά ,όμως, θα σας μιλήσω στο επόμενο post με τίτλο «το πόμολο»