Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

Η Παναγιά η Μυρτιδιώτισσα


Το Μοναστήρι  της Παναγιάς της Μυρτιδιώτισσας είναι κτισμένο σε μια απόκρημνη πλαγιά δίπλα στην Θάλασσα.

Ονομάστηκε έτσι διότι  είχαν βρει  κάπου στο Αιγαίο μια εικόνα της Παναγίας ανάμεσα σε Μυρτιές και έτσι η Παναγιά (εκτός των άλλων) πήρε και αυτό το χαρακτηρισμό.

Εμείς  Το κάναμε «Μυρτιώτισσα» μάλλον διότι έτσι βόλευε καλύτερα.

Για να πάς στην Μυρτιώτισσα πρέπει να είσαι ο Συλβέστερ Σταλόνε στο «Χαμηλό Βαρομετρικό» (εκεί που κρέμεται στα χιονισμένα βουνά με φανελίτσα από ένα σχοινί και τρέμει τ’ αχείλι του).

Την Μυρτιώτισσα βασικά την γνωρίζουμε από την παραλία της η οποία «υπάρχει, λες,  και ύστερα δεν υπάρχει». 
Την μια η θάλασσα έρχεται μέχρι τα βράχια και κατατρώει την αμμουδιά και την άλλη τραβιέται και εμφανίζεται μια μικρή αλλά πανέμορφη παραλία την οποία προτιμούσαν πάντα οι γυμνιστές.

Κατά μια άποψη που δεν κατάφερα να κατανοήσω από τα παιδικά μου χρόνια, η ελευθερία είναι ευθέως συνδεδεμένη με τα γεννητικά μας όργανα.

Επίσης , μια εποχή , το σουτιέν και τα προφυλακτικά  σχετιζόταν με την  ελευθερία.

Αργότερα προστέθηκαν και οι αξούριστες μασχάλες στο παλλαϊκό μέτωπο του  αγώνα για την Ελευθερία.

Εγώ και ο Περικλής πηγαίναμε τα καλοκαίρια στην Μυρτιώτισσα αλλά ποτέ μαζί.

Αυτός ήταν νότια,  στην σέχτα των γυμνιστών και εγώ πήγαινα πάντα προς βορράν με τους ντυμένους εκτεθειμένος στα περιφρονητικά τους βλέμματα.

Η αλήθεια είναι ότι όπου έβρισκα καμιά ερημική παραλία έβγαζα και εγώ διστακτικά το μαγιό μου προκειμένου να νιώσω και εγώ την αίσθηση της ελευθερίας.

Καλή ήταν η ελευθερία, δεν λέω, αλλά μην υπερβάλουμε κιόλας.

Με τον Περικλή ήμασταν πάντα φίλοι αλλά σπάνια βρισκόμασταν στην ίδια παράταξη.

Εγώ ήμουν πιο «φιλοσοφικός» ενώ αυτός είχε περισσότερο ένα ανάλαφρο ακτιβιστικό στυλ.

Θυμάμαι μια φορά  ήμουνα  ξαπλωμένος στην Μυρτιώτισσα κοντά στο ηλιοβασίλεμα.

Εκεί που χαμήλωνε το φως , ατονούσαν τα πάντα και σε κυρίευε μια γλυκιά  μελαγχολία , ξάφνου βλέπω από πάνω μου δυο τεράστια τριχωτά και ηλιοκαμένα αρχίδια.

-«Περικλή εσύ;»
-«Μπα! Με κατάλαβες;»
-«Ξεχνιούνται τέτοιες φυσιογνωμίες;»

Κάτι μούλεγε για κάποια συγκέντρωση στο Θέατρο που «έπρεπε να πάμε» και «να το πούμε σε όλους».

_»Μου κάνεις μια χάρη σε παρακαλώ;» του λέω
-«Λέγε»  μου λέει πρόθυμα
-«Μήπως μπορείς να κάνεις λίγο στην άκρη τα αρχίδια σου γιατί μου κρύβεις το ηλιοβασίλεμα;»

Γελάσαμε.

Είναι αγαπητός ο Περικλής καλόκαρδος, ατρόμητος και αφελής.

Κάποια φορά γινόταν ο πόλεμος στην Γιουγκοσλαβία και ήθελε να οργανώσει  μια αντιπολεμική εκδήλωση.

Του έδωσα την ιδέα να φτιάξει  ξύλινους σταυρούς και να τους καρφώσει στην κάτω πλατεία.

Του άρεσε .

Πήγε σε ένα εργοστάσιο και του φτιάξανε εκατοντάδες σταυρούς Από «Σουηδικό» .

Γέμισε σταυρούς την κάτω πλατεία.

Ήρθαν και αρκετές ευαίσθητες ακτιβίστριες με κεριά.
Ήρθαν και οι κάμερες.

Έμεινε στο τέλος μόνος του ο Περικλής να κουβαλάει τους σταυρούς.

Τους έβαλε στη σειρά στο καντούνι του , στην Κούρτη και στην σκάλα και έξω από την πόρτα του .

Περνούσαν οι γριές και σταυροκοπιόντουσαν με γουρλωμένα μάτια.

Όταν έχει όστρια του Γαρμπή δεν μένει καθόλου άμμος στην Μυρτιώτισσα και τα κύματα φτάνουν μέχρι τη ρίζα του βράχου.

Ο Περικλής κάτι τέτοιες ώρες είναι στα δύσκολα.

Έτσι γίνεται πάντα το φθινόπωρο.

Τα φύλλα στη λεωφόρο Αλεξάνδρας είναι κολλημένα στις πλάκες του πεζοδρομίου.  Αν κάποιο στεγνώσει πιο γρήγορα το παίρνει ο άνεμος . Βλέπει τα υπόλοιπα φύλλα από ψηλά και νομίζει ότι «τελικά το πέταγμα δεν είναι και τίποτα σπουδαίο».

Όπως λέει και το παλιό χωριάτικο τραγούδι μας…
«Σαν φύλλο κίτρινο και μαραμένο
Με παίρνει ο άνεμος και με πετά»

Με τον Περικλή μπορεί και να μην συμφωνούμε σε όλα.


Δεν υπήρξε όμως ποτέ παλιοτόμαρο.