Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Είμαι εδώ και θα μείνω

Ένα τραγουδάκι του Rino Gaetano  για όσους μένουν και επιμένουν. Το βιντεάκι είναι δικής μου κατασκευής και μετάφρασης και δεν θέλω αρνητικά σχόλια για την ποιότητα της καλλιτεχνικής μου δημιουργίας.


Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

Καντάδα για την Ευανθία....

Πρόκειται για την πρώτη, εξ όσων γνωρίζω διαδικτυακή , on line και multimedia καντάδα που έγινε ποτέ.

Επτανήσιοι είμαστε και πάλι πρωτοπόροι!

Δεν παιζόμαστε!

Η Ευανθία είναι φίλη μου και θα έρθει σύντομα στην Κέρκυρα για μια συναυλία μαζί με την Χορωδία της Κεφαλλονιάς (στην οποία τραγουδάει).

Περιμένουμε να τους ακούσουμε.
Θα κάθομαι στο πρώτο-πρώτο κάθισμα.

Έφτιαξα εκ του προχείρου το βιντεοκλίπ αυτό με υποτυπώδη μέσα (μια ερασιτεχνική κάμερα).
Παίζω μαντολίνο εγώ.
Κιθάρα η Κειτκούλ η  άπαιχτη. 
Συντονιστήκαμε σε διάστημα 15 λεπτών . Εγώ παράτησα τη δουλειά μου και η Κέιτ έπρεπε να φύγει άρον άρον  για τη δουλειά της.

Ζητάμε την επιείκεια της Κεφαλλονιάς με την σπουδαία μουσική παράδοση.
Επιφυλασσόμαστε για κάτι καλύτερο.

Πάνε οι εποχές που οι καντάδες γινόταν τα ξημερώματα και χωρίς βιασύνες.

"...Στο μπότζο τσι αποκατωθειό
με νόμπιλε μπελκάντο
και στραντιβάριους βιολί
σονάρω πιτσικάντο."

Μας έφαγε το μεταμοντέρνο.


 

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Ως αποχαιρετισμό στον Σπύρο


ΚΛΙΧΑΣ


Θυμάμαι  ένα από τα πολλά περιστατικά.  Συνέβη πέρσι το καλοκαίρι . Ήμουν στον πεζόδρομο βραδάκι με ζέστη πολύ  . Με ενοχλούσαν  οι  ομπρέλες . Με ενοχλούσαν οι  συνομιλητές μου που ήταν «μέσα στα πράματα». Με ενοχλούσαν και οι σερβιτόρες με τα κάλλη τους.
Πήρα τους δρόμους κάνοντας απίστευτους ελιγμούς για να αποφύγω διάφορες  αδέσποτες σκατόφατσες.
Κατηφόρισα τη Νικηφόρου Θεοτόκη προς τον Άγιο Φραγκίσκο. Κοντά στον Αγιαντώνη  συνάντησα τον Κλίχα. Με κοίταζε με εκείνα τα γουρλωμένα και ανήσυχα μάτια και με ρωτούσε «τι γίνεται».
-«Τι να γίνεται ρε Σπύρο ….τίποτα δεν γίνεται».
-«Κερνάς ένα κρασί ?»
-«Κερνάω Σπύρο μου αλλά μέσα δε μπαίνω ούτε κάθομαι κάτω από ομπρέλες.»
Πήραμε από του Δαρμανή  παντσέτα.  Τόνε βάλαμε να μας τήνε κόψει , πήραμε και μια μποτίλια κρασί από το σούπερ μάρκετ , δανειστήκαμε και δύο κολονάτα ποτήρια από το σερβιτόρο του «Μαύρου Γάτου» και πήγαμε στο κηπάκι απέναντι από τον ΟΑΕΔ.
Ξάπλωσα το γρασίδι  , στρώσαμε και το μεζέ μας  και άρχισε ο Σπύρος να μου αφηγείται την γνωστή και χιλιοειπωμένη Καφκική  ιστορία  με ρουφιάνους, λαμόγια  που τον υπονόμευσαν και με «γερές   διασυνδέσεις»  που θα του εξασφάλιζαν «στα σίγουρα» ,αυτή τη φορά την πολυπόθητη θέση του οδοκαθαριστή του Δήμου Κερκυραίων.
«Τα χαρτιά» ήταν έτοιμα και «είχανε πάρει το δρόμο τους».
Από ένα σημείο και μετά δεν μπορούσα να παρακολουθήσω. Με ρώτησε κάτι μια στιγμή αλλά  είχα χάσει την συνέχεια.
-«Καλά τσάμπα μιλάω τόση ώρα?»
-«Έλα ρε Σπύρο μην κάνεις έτσι …λέγε …τι έλεγες?»
-«Να τα πω από την αρχή δηλαδή?»
Σηκώθηκε όρθιος για να αποδίδει καλύτερα . Πήρε φόρα και πάνω που ήταν έτοιμος να ξεκινήσει να μιλάει συνέβη το αδιανόητο.
Πήρανε μπροστά  μέσα από τα χόρτα  τα αόρατα και αυτόματα μπέκ ποτίσματος του πάρκου.
Ανάσταση!!
Έβρεχε από παντού!
Ο Κλίχας δεν ήξερε κατά που να κάνει για να αποφύγει τα νερά.
Βρίζοντας άρχισε να μουντζώνει το φρούριο, τα δικαστήρια, τον ΟΑΕΔ και τέλος μην έχοντας τι άλλο να μουντζώσει μούντζωσε και το μνημείο του Ναύαρχου Ουζάκωφ.
Έκλαιγα από τα γέλια ανάσκελα μέσα στα νερά.
Ανηφορίσαμε την Τένεδο προς την Μίνα .
Στου «Γκίκα» χωρίζανε οι δρόμοι μας.
-«Πρέπει να δώσω μια συνέντευξη να τα πω  «όλα» …να με ακούσει όλος ο κόσμος».
-«Θα μου δώσεις εμένα τη συνέντευξη» του είπα.
-«..θα  πάει παντού?»
-« Στο Ιντερνετ  θα την δημοσιεύσω …δεν μπορώ να τηνε βάλω και στην             Λιμπερασιόν».
Καλό ταξίδι αδελφέ.

Κυριακή 10 Ιουνίου 2012

Μύγες


Χτές το βράδυ πήγα να κοιμηθώ στο χωριό.
Βρήκα τους χωριανούς σε αναστάτωση  στο φόρο.
Ανησύχησα.  Να δεις-λέω- που όσο ταξίδευα με την μηχανή έγινε κάτι σοβαρό.
Παρκάρισα άφησα τα πράγματα μου και πήγα να δώ.
Συζητούσαν έντονα για  κάτι περίεργους νεοφερμένους  που αναστάτωσαν την ήσυχη , φτωχή και άνεργη ζωή του μικρού μας χωριού.
Ένα τεράστιο σμήνος από άγνωστες μύγες είχε καταλύσει  χωρίς άδεια παραμονής  παντού.
Οι φήμες έλεγαν ότι το ίδιο συνέβη και στην Επίσκεψη και σε άλλα χωριά.
Οι μύγες έμοιαζαν με μικρές  μαυριδερές χρυσόμυγες σε μέγεθος μικρότερο από αυτό της κανονικής μύγας.
Θα μπορούσε να ήταν Πακιστανικές μύγες - είπα εγώ -αλλά δεν έπιασαν τον σαρκασμό.
Ο ένας νοσταλγούσε την εποχή του Βασιλιά  που όταν ερχόταν στην Κέρκυρα για τις διακοπές του στο Μον Ρεπό , ένα αεροπλάνο ράντιζε όλο το νησί με ένα  φοβερό δηλητήριο που λεγόταν ντι –τι-ντι και εξόντωνε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς που ενοχλούσαν την ευαίσθητη Βασιλική οικογένεια.
Ο άλλος  έλεγε για πειράματα σκοτεινών εταιριών  που δημιουργούν νέα είδη εντόμων με σκοπό να αφανίσουν τον ανθρώπινο πληθυσμό .
Ο τρίτος  έλεγε ότι μάλλον είναι «δουλειά» του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο άλλος έλεγε ότι «δεν υπάρχει κράτος».
Τα συμπαθή έντομα, εν τω μεταξύ,  συνέχιζαν να τρώνε τα ψίχουλα στο πάτωμα της ταβέρνας  χωρίς να ενοχλούν. Ακόμα και  όταν πετούσαν, όμως,  απέφευγαν να καθίσουν πάνω σους ντόπιους.
Λέγανε κάποιοι ότι δεν τσιμπάνε μεν αλλά όταν τα πιάσεις βγάζουν μια περίεργη μυρωδιά.

Γύρισα σπίτι και έπεσα για ύπνο.

Πάτησα τυχαία ένα κουμπί του τηλεχειριστηρίου και έπεσα για άλλη μια φορά στην 367η μεταμεσονύκτια προβολή του θωρηκτού Ποτέμκιν στον  902 .
Η φοβερή πλώρη του Θωρηκτού ερχόταν κατευθείαν επάνω στο κρεβάτι μου. Αν δεν έκλεινα έγκαιρα τα  μάτια μου θα με χώριζε στα δύο .

Σκεφτόμουν για ακόμα μια φορά πως  μπορείς να ευτελίσεις ένα από τα  μεγαλύτερα αριστουργήματα του παγκόσμιου σινεμά.
Παλιά νόμιζα ότι  οι  φωστήρες του ΚΚΕ  είχαν καταλάβει και εκτιμούσαν  βαθύτατα το μέγεθος  του έργου.
Αργότερα διαπίστωσα με τρόμο  ότι δεν είχαν ιδέα. Ο λόγος για τον οποίο πρόβαλαν και ξαναπρόβαλαν την ταινία ήταν γιατί  είχε αναγνωρισθεί (από τον ταξικό εχθρό) ανάμεσα στα 10 αριστουργήματα του παγκόσμιου σινεμά.

Στην  αρχή της ταινίας ο σκηνοθέτης μας δείχνει την προβλήτα της Οδησσού. Το κύμα γλύφει πλαγίως την προβλήτα. Η κάμερα ακολουθεί το κύμα . Το κύμα  ακολουθεί μια  επιταχυνόμενη πορεία όσο πλησιάζει στο οριακό σημείο της  γωνίας τους μώλου. Όταν φτάνει στο πλήρες αδιέξοδο εκρήγνυται και σηκώνεται προς τον ουρανό.

Την σκηνή συνοδεύει η μουσική του Σοστακόβιτς σε ένα accelerando   πλήρως εναρμονισμένo  με το  διαρκώς επιταχυνόμενο κύμα . Η στιγμή της πρόσκρουσης του κύματος είναι , επίσης, απόλυτα εναρμονισμένη με το κρεσέντο της μουσικής.
Το εκπληκτικό είναι ότι η μουσική (11η του Σοστακόβιτς) γράφτηκε  χρόνια αργότερα και προστέθηκε στην ταινία.

Με τούτα και με κείνα με πήρε ο ύπνος.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΟΒΑΡΟΣ ΛΟΓΟΣ



 Στην Κέρκυρα κατοικούσαν μέχρι και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο 10.000 εβραίοι.

Από τους 10.000 Εβραίους οι 8.000 ζούσαν σε συνθήκες λιμοκτονίας και εθεωρούντο το φτωχότερο τμήμα του πληθυσμού.

Οι Γερμανοί Ναζί ισοπέδωσαν με τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς την Ομβριακή.
Τα ερείπια χάσκουν ακόμα ελλείψει ιδιοκτητών για να τα επισκευάσουν.
Οι ιδιοκτήτες   Εβραίοι οδηγήθηκαν  στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν Πακιστανοί.

Είχα ένα γείτονα Εβραίο  που επέζησε και μου έδειχνε στο μπράτσο του το τατού με τον αριθμό που του κέντησαν οι Ναζί.

Έχω και μια φίλη Εβραία, την Νίνα του ΣΥΡΙΖΑ,  που έρχεται τα βράδια στο τραπεζάκι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και μας φέρνει καφέ και κουλουράκια.

Είχα επίσης την τιμή να είμαι ένας από τους κοντινότερους φίλους του Βασίλη Άνθη.

Ο Βασίλης ήταν Γραμματέας της "Κομμουνιστικής Οργάνωσης Κέρκυρας του ΚΚΕ" και μέλος του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι πριν πεθάνει.

Ο Βασίλης οργάνωνε  βιάτζα  τα βράδια της κατοχής  από το Κοντόκαλι ως την Αλβανία και μετέφεραν Εβραίους .

Μία βραδιά μου αφηγήθηκε μια ιστορία με ένα κοριτσάκι εβραιόπουλο  δέκα χρονών. Ο πατέρας του κοριτσιού είχε πληρώσει με όλα τα υπάρχοντα του έναν Κερκυραίο προκειμένου να κρύψει το παιδί  στο σπίτι του. Αυτός κράτησε την αμοιβή και κατέδωσε το κοριτσάκι στους Γερμανούς Ναζί οι οποίοι το πήραν στην Γερμανία όπου και βρήκε φρικτό θάνατο.

Θυμάμαι μια ραδιοφωνική συνέντευξη του Βασίλη στο "Ράδιο Φαίακες" με δημοσιογράφο τον Παναγιώτη Περιστέρη.

Έλεγε ο Βασίλης:

" Φεύγαμε τα βράδια με το καΐκι από το Κοντόκαλι φορτωμένοι με κόσμο. Στην πλώρη είχαμε ένα πολυβόλο.
Ο Πατέρας μου ανησυχούσε και μου έλεγε ότι δεν θα μπορέσει να κοιμηθεί όλη νύχτα μέχρι να γυρίσω.
Του έλεγα ότι αν σε δύο ώρες δεν ακούσει το πολυβόλο να ρίχνει πάει να πει ότι δεν συναντήσαμε κανένα πρόβλημα και να πέσει να κοιμηθεί.
Λυπάμαι που δεν κατάφερα να τον δω πριν πεθάνει και να του ζητήσω συγνώμη που περίμενε τις νύχτες ξάγρυπνος στο παράθυρο του σπιτιού".

Καταλαβαίνετε...υπάρχουν σοβαροί λόγοι που είμαι αντιφασίστας.

Σάββατο 2 Ιουνίου 2012

Η Γέφυρα των Γιατρών

Γράφω σήμερα λίγα λόγια  για την Γέφυρα των Γιατρών.

Θα μου πείτε «τέτοιες ώρες τέτοια λόγια?» . 

Ναι! Γιατί όχι?

Λίγα χιλιόμετρα, λοιπόν, βόρεια της Κέρκυρας βρίσκεται η Γέφυρα των Γιατρών .

Αν κοιτάξει κανείς ανατολικά θα διακρίνει ανάμεσα στα κυπαρίσσια και την πυκνή βλάστηση την σκεπή ενός σπιτιού. Εκεί έμειναν το 1836 τρείς (η δύο) Γιατροί καρμπονάροι εξόριστοι.

Επρόκειτο για τους Tito Savelli και Affanasio Bassetti καθώς και ίσως έναν τρίτο άγνωστο.

Ήλθαν στην Κέρκυρα μετά την αποτυχημένη εξέγερση της Modena το 1831.
Εγκαταστάθηκαν στην βίλα λίγα χρόνια αργότερα (1836).

Στην διάρκεια της παραμονής τους ανέλαβαν δωρεάν την φροντίδα ασθενών από τα γύρω χωριά.

Εν τω μεταξύ διαλύονται οι Καρμπονάροι και οι Γιατροί εντάσσονται στο καινούργιο επαναστατικό πατριωτικό κίνημα «Νεαρή Ιταλία» («Giovane Italia») του μέχρι τότε Καρμπονάρου Τζιουζέπε Ματσίνι.

Υπάρχουν δύο ενδεχόμενα για την τύχη των νεαρών επαναστατών γιατρών.

Σύμφωνα με το πρώτο οι δύο γνωστοί περνάνε στην Καλάβρια όπου προδίδονται συλλαμβάνονται και εκτελούνται.

Σύμφωνα με το δεύτερο ενδεχόμενο , οι δύο γνωστοί αυτοκτονούν στην βίλα και τους βρίσκουν κρεμασμένους από την κόρδα της οροφής ενώ ο τρίτος φεύγει για να επιστρέψει στον αγώνα .
Τον συλλαμβάνουν σε μια καλύβα στα έλη έξω από την Ραβέννα και τον εκτελούν.

Έκτοτε ο θρύλος λέει ότι το σπίτι όπου έμεναν οι γιατροί είναι στοιχειωμένο. Μάλιστα για πολλά χρόνια αργότερα συμμορίες ληστών περίμεναν τις νύχτες τους χωριάτες που περνούσαν την γέφυρα με τα κάρα για να πουλήσουν τα προϊόντα τους στην πόλη ,ντύνονταν με άσπρα σεντόνια και έσερναν αλυσίδες , τρόμαζαν τους χωριάτες οι οποίοι εγκατέλειπαν τρομαγμένοι τα φορτωμένα ζώα η τα κάρα.

Αν δείτε τα βράδια φώς στο σπίτι μην τρομάξετε. Προφανώς έχουν έρθει από την Αθήνα οι νέοι ιδιοκτήτες του σπιτιού για μερικές μέρες.

Αύριο ίσως θα γράψω λίγα λόγια για την καρμπονάρα (το φαγητό που πήρε το όνομα του από τους Καρμπονάρους) μαζί με μια αυθεντική συνταγή μαγειρικής.