Μια φορά και έναν καιρό ένας βοσκός
στα Κύθηρα (που ποτέ δεν θα τα δούμε)
βρήκε μια εικόνα της Παναγίας μέσα στις μυρτιές.
Η ανακάλυψη ενέπνευσε πολλούς
αγιογράφους.
Έτσι αποκτήσαμε πλήθος από εκκλησιές και μοναστήρια της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας
ανά την χώρα .
Ένα τέτοιο «Μαναστήρι» (που έλεγε
και η Νόννα μου η Βανθία) υπάρχει σε μια απόκρημνη περιοχή κάτω από τον Πέλεκα.
Είναι σχεδόν άγνωστο στους πολλούς.
Όλοι γνωρίζουν την μαγική παραλία
της «Μυρτιώτισσας».
Την δεκαετία του εβδομήντα η
παραλία ήταν άντρο των απανταχού γυμνιστών.
Ποιός χίπις, όμως, άφηνε τα «κάλλη» της παραλίας για να πάει να δει
το μοναστήρι.
Αργότερα μας τελείωσε ο γυμνισμός
και μπήκαμε στην εποχή του νεοπλουτισμού, της Μπεμβέ , της γαρδένιας και του «Κορφού
μπαι ναιτ».
Ποιός τρελός θα να κατέβαινε σε
αυτές τις ερημιές .
Επειδή ,όμως, οι τρελοί ουδέποτε
έλειψαν από τον τόπο μας , μια δράκα αμετανόητων συνεχίσαμε να κατεβαίνουμε τις απότομες
πλαγιές της.
Οι περισσότεροι σταμάταγαν στην παραλία
. Εγώ με τον Παναγιώτη συνεχίζαμε και μέχρι το μοναστήρι.
Στην παραλία χωριστήκαμε σε δύο «τάσεις».
Οι γυμνιστές ήταν από την μια μεριά και εμείς οι «ξενέρωτοι» από την άλλη.
Εκεί συναντούσα ενίοτε τον φίλο
μου το Γιάννη.
Αριστερός γυμνιστής , αγωνιστής του «μαζικού λαϊκού κινήματος» και αντικομφορμιστής μέχρι θανάτου.
Τόνε διαγράψανε από το κουκουέ όταν πήγε να τόνε επισκεφτεί στο σπίτι ένας βαρύς καθοδηγητής ηπειρώτης από τα Γιάννενα.
-«Από δω η γυναίκα μου και από δω
η γκόμενά μου» έκανε τις συστάσεις ο
Γιάννης στον βλοσυρό μυστακοφόρο ηπειρώτη
καθοδηγητή.
Ένα απόγευμα εκεί που απολάμβανα με
κλειστά τα μάτια τον εξασθενημένο ήλιο ξαπλωμένος στην αμμουδιά της Μυρτιώτισσας
ακούω κάποιον να με καλεί.
Ανοίγω τα μάτια και βλέπω πάνωθε μου
δύο τεράστια ηλιοκαμένα αρχίδια.
-«Γιάννη εσύ;»
-«Μπα! Με κατάλαβες;» μου λέει.
-«Ξεχνιούνται τέτοιες
φυσιογνωμίες ;» απαντώ.
Άρχισε να μου λέει διάφορα για κάποιο «συνέδριο» και για κάποια «μάχη εκλογής αντιπροσώπων» που
έπρεπε να δοθεί.
Τον διακόπτω.
-«Γιάννη, σε παρακαλώ, μπορείς να κάνεις λίγο στην άκρη
τα αρχίδια σου γιατί μου κρύβεις το ηλιοβασίλεμα;».
Μ άρεσε πάντα να πειράζω το
Γιάννη.
Μια φορά κάποιος είχε την ιδέα να
φέρει έναν καθηγητή εξ Αθηνών στην Μυρτιώτισσα. Είχε έρθει για κάποια διάλεξη και
τόνε έφερε να του δείξει τις ομορφιές του νησιού.
Έτσι ο Κύριος Καθηγητής με άσπρο κοντομάνικο πουκαμισάκι, σκούρο
παντελόνι με τσάκιση και σκαρπίνι βρέθηκε
στην αμμουδιά της αμαρτίας απέναντι στον
ολόγυμνο Γιάννη.
Άνετος ο Γιάννης τούκανε διάφορες επιστημονικές
ερωτήσεις με ύφος σοβαρό.
Η απόλυτη σουρεαλιστική εικόνα.
Δυστυχώς τότε δεν υπήρχαν ακόμα
κινητά με κάμερα.
Βρίσκω ένα μήνυμα στο κινητό μου.
Ο Γιάννης που δεν μεγάλωσε ποτέ.
Θέλει λέει να βρεθούμε για «κάτι
σοβαρό».
Μπορώ να μην πάω;
1 σχόλιο:
να πας..
Δημοσίευση σχολίου