Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

Οι κόρδες του μοναστηριού της Παλιοκαστρίτσας


Η Νόννα μου η Βανθία μου έλεγε τις νύχτες «στόριες» για να κοιμηθώ.

Μερικές φορές ,που δεν άντεχε από την κούραση,  μου έβραζε λίγα αποξηραμένα φύλλα παπαρούνας .
Η πιο εντυπωσιακή στόρια που με άφηνε με ανοιχτό το στόμα και τροφοδοτούσε τα  παιδικά μου όνειρα, μιλούσε για ένα γιγάντιο θαλάσσιο τέρας  που  έζησε τα πολύ παλιά χρόνια  στην Παλιοκαστρίτσα.

Το τέρας ήταν τόσο μεγάλο που κατασπάραζε τους ψαράδες μαζί με τις βάρκες τους.

Πήγαινε πάνω κάτω στην βραχώδη ακτή της Παλιοκαστρίτσας και  κατάπινε ότι έβρισκε μπροστά του.
Κάθε οικογένεια , τότε, είχε χάσει και από κάποιον δικό της άνθρωπο και οι υπόλοιποι λιμοκτονούσαν .

Τότε οι κάτοικοι της μικρής ψαράδικης κοινότητας  σκέφτηκαν να καλοπιάσουν το  θαλάσσιο τέρας  και άρχισαν να κάνουν θυσίες  για το  ημερέψουν.

Έσφαζαν προβατίνες και αγελάδες και τις έριχναν στη θάλασσα.

Πίστευαν ότι αν το ταΐσουν καλά  θα το ημερέψουν , θα σταματήσει να τους καταβροχθίζει και τελικά θα το πείσουν να  τους αφήνει να ψαρεύουν σε μια μεριά της θάλασσας.

Όσο , όμως το τάιζαν τόσο αυτό γινόταν πιο λαίμαργο και πιο άγριο.

Σκέφτηκαν τότε να το ξορκίσουν για να εξαφανισθεί και να ζήσουν έτσι σε μια  ευτυχισμένη μελλοντική ζωή  χωρίς τέρατα.

Έβγαλαν διακηρύξεις  «Για μια θάλασσα δίχως τέρατα» και τις μοίρασαν παντού για να πείσουν και τους πιο δύσπιστους.

Ύστερα έφεραν  φημισμένους ξορκιστές από άλλα μέρη που ήξεραν πολλά για τα θαλάσσια τέρατα και μπορούσαν να βρουν το κατάλληλο ξόρκι.

Οι ξορκιστές ανέβαιναν στις φωτισμένες εξέδρες τις νύχτες και έκαναν σπουδαίους ξορκισμούς. Οι κάτοικοι τους θαύμαζαν αλλά  το τέρας δεν έλεγε να εξαφανισθεί.

Είδαν και απόειδαν  και αποφάσισαν  να στύψουν το μυαλό τους και να βρουν τρόπο να γλυτώσουν από το τέρας πριν τους εξοντώσει όλους.

Έτσι λοιπόν συνεννοήθηκαν όλοι  και απαγόρευσαν δια νόμου τις θυσίες αγελάδων και προβάτων .

Το τέρας δεν έπρεπε πλέον να βρίσκει τροφή.

Τα αστεία τελείωσαν άρχιζε ο πόλεμος.

 «Η Το τέρας η εμείς».

Απαγόρευσαν επίσης δια νόμου τον απόπλου κάθε βάρκας η καϊκιού.

Άπλωσαν δίχτυα στη βόρεια πλευρά της θάλασσας για να εμποδίζουν τα μικρά ψάρια να  πλησιάζουν το θεριό ώστε να μην βρίσκει καθόλου τροφή.

Καλλιέργησαν τους κήπους για να έχουν να τρώνε μέχρι να περάσει το κακό.

Πήγαιναν με τα κάρα και ψάρευαν στην άλλη μεριά του νησιού για να συντηρήσουν  τις οικογένειές τους.

Έτσι γλύτωσαν από τα δόντια του θεριού και περίμεναν σε επιφυλακή την επερχόμενη λιμοκτονία του.

Όταν το τέρας εξαντλήθηκε από την πείνα έδεσαν σχοινιά  από τα βράχια ,χοντρά ίσαμε ένα κυπαρίσσι,  και το έκλεισαν μέσα στα στενά της Παλιοκαστρίτσας.

Σε μερικές μέρες όταν το τέρας είχε χάσει όλη τη δύναμή του το καμάκωσαν με τεράστια σιδερένια καμάκια και το έβγαλαν στη στεριά.

Τότε έχτισαν το Μοναστήρι της Παλιοκαστρίτσας και  τα τεράστια κόκαλα του θεριού τα έβαλαν  κόρδες  για  να φτιάξουν τη σκεπή .

Μερικά μικρότερα κόκαλα τα έχουν πάνω σε ένα μεγάλο τραπέζι στο μοναστήρι  για να τα βλέπουν όσοι πηγαίνουν να προσκυνήσουν.

Τέτοια  έλεγε η Νόννα μου η Βανθία και , πιστέψτε με , δεν είχε διαβάσει τις «Δύο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας».

3 σχόλια:

akrat είπε...

η Νόνα δεν ήταν Καουτσικιά?????


η δικιά μου η Νόνα επίσης...

ήταν πιότερο με τον Μάρτωφ ή με τον Μπορντίγκα... δεν θυμάμαι...

Il Trovatore είπε...

χαχαχαχα!!!!

Μαρίτσα είπε...

ωραίο!