Σάββατο 5 Αυγούστου 2023

Το εκκλησάκι των Αγίων Πάντων

Τα παλιά χρόνια εδώ γινόταν το μεγαλύτερο πανηγύρι των χωριών τ’Αγύρου.

Το λιβάδι και τα δύο ποταμάκια που το διασχίζουν είχε ζωτική σημασία για την επιβίωση του πληθυσμού.

Τα περασμένα χρόνια από δω φεύγανε κάρα φορτωμένα με κάθε λογής αγροτικά προϊόντα για τη χώρα.

Ανέβαινανε αργά  τις κορδέλες του Παντελεημόνου  στου Τρουμπέτα  όλη νύχτα.

Περνάγανε από το Σκριπερό και σταματάγανε στη  ταβέρνα του  Σγόμπου .

Το πρωί μπαίνανε στη χώρα. 

Εδώ υπήρχαν κοπάδια και μικρές καλλιέργειες από καλαμπόκια ,στάρια και κηπευτικά.

Εδώ συναντιόταν και γνωριζόταν  οι νέοι από τα γύρω χωριά.

Εδώ γεννήθηκαν μεγάλοι έρωτες.

Τα «επίσημα» πανηγύρια σήμερα γίνονται στην πλατεία του κάθε χωριού με επισκέπτες «από τας Ανθήνας» και με τα απαραίτητα  σουβλάκια και μπύρες από έμπειρους ψήστες των πολιτιστικών συλλόγων.

Μερικοί επιμένουν να κάνουν το πανηγύρι ακόμα και σήμερα εδώ , στο μοναχικό εκκλησάκι των Αγίων Πάντων.

 Στην μέση του λιβαδιού.

Το Σαββάτο το βράδυ ξεκινήσαμε για το φημισμένο πανηγύρι .

Βγήκαμε από τον κεντρικό δρόμο και μπήκαμε σε ένα δαιδαλώδες δίκτυο  αγροτικών χωματόδρομων.

Μετά από λίγα χιλιόμετρα φτάσαμε.

Θυμήθηκα την περιοχή.

Εδώ με έφερνε η Νόνα μου η Βανθία όταν ήμουν πέντε χρονών.

Έφερνε τα πρόβατα της για να τα βάλει στο κοπάδι.

Έδενε τις δύο άκρες ενός σχοινιού σε ένα κλαρί . Τύλιγε και μερικά πανιά για να κάθομαι και μου έφτιανε μια κούνια. Την λέγαμε «Κούλιουρο» και ήταν η μεγαλύτερη διασκέδαση μου.

Νάμαι πάλι εδώ.

Μπαίνουμε στην εκκλησιά.

Πανέμορφες αγιογραφίες.

Ανάβουμε ένα κερί.

Συνήθως οι πιστοί ανάβουν ένα κερί αναλόγου μεγέθους με την χάρη που ζητούν.

Εμείς  (οι άπιστοι) ανάβουμε ένα κερί σαν φιλοφροσύνη και ένδειξη σεβασμού  σε ένα εκκλησάκι τριάντα τετραγωνικών μέτρων που επέλεξε να ζήσει μόνο  στην μέση ενός λιβαδιού.

Σήμερα είναι η γιορτή του.

Αύριο θα είναι πάλι μοναχό του.

Ζηλεύω μερικές φορές.

Μαρέσει το μικρό καμπαναριό του με τις πανάρχαιες καμπάνες του.

Μαρέσει η ξεχυτή γύρω- γύρω .

Μαρέσουν τα πεζούλια του.

Πιο πολύ μαρέσουν τα μικρά πολύχρωμα χαλάκια  που κάποιος έβαλε για να καθίσουμε.

Τα πάντα είναι απλά και ήσυχα.

Σαν μια όαση καταμεσής της ερήμου.

Η  Ελένη από τους Αγραφούς  «σαν ζωγραφιά στην εκκλησιά , η σαν κερί αναμμένη».

Η άγνωστη κοπέλα με το  σκούρο μπλέ φόρεμα απέναντί μου που μιλάει ασταμάτητα στην φιλενάδα της.

Ο Βασίλης  που πίνει  το κρασί του και μας απαριθμεί τα παράπονα του από την ζωή.

Ο χορός στην μέση με τα Λεβαντίνικα και τα Αγυριώτικα.

Και ο τραγουδιστής που  θάθελε …

..«Να χαμηλώναν τα βουνά

Και οι λεμονοκορφάδες

Νάβλεπε την αγάπη του

Στην άκρη τσου Σγουράδες»

 

Απέναντι τα φώτα των Αγραφών να τρεμοσβήνουνε και πανωθιό  μας ο έναστρος ουρανός του καλοκαιριού.

 

Τετρακόσια χρόνια μόνη στη μέση του λιβαδιού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: