Παρασκευή 4 Απριλίου 2025

Καφέ Μιμόζα

Translator
Εδώ μαζεύεται η αφρόκρεμα της βαθιάς Κέρκυρας.

Εργατική τάξη, ανανήψαντα πρεζόνια του ΟΚΑΝΑ, οι παροικούντες του ψυχιατρείου  και εγώ.

Εάν επιχειρούσα να γράψω για όλους θα χρειαζόμουν μερικά γιγαμπάιτ οπότε ας αρκεστούμε ενδεικτικά  σε μερικές χαρακτηριστικές φιγούρες που μου έρχονται σκόρπια στο μυαλό.

 

Ο Λευτέρης ο Μπαμπέφ

Μια μυστήρια και μοναχική φυσιογνωμία που κάθε πρωί μου κάνει μια και μόνη ερώτηση.

Αυτό γίνεται κάθε μέρα εδώ και είκοσι χρόνια.

 

Η πρώτη ερώτηση που μου έκανε πριν απο χρόνια ήταν: «Ποιος ήταν ο Μπαμπέφ».

Αιφνιδιάστηκα.

-«Ένα Γάλλος ηγέτης της Γαλλικής επανάστασης» απάντησα.

 

Κουνάει σοβαρός το κεφάλι του. «Νόμιζα πως ήταν Βούλγαρος» μου απαντάει και φεύγει.

Αποφεύγει να συνεχίσει διότι ξέρει ότι για τα πρώτα τριάντα δεύτερα δεν χρεώνω.

Έκτοτε έλαβε το παρατσούκλι «Ο Λευτέρης ο Μπαμπέφ».

 

Ο Τέλης ο Σμπερλάδος

Ο Τέλης  είναι δημοτικός υπάλληλος παντός καιρού.

Έχει ένα τίκ .

Ξαφνικά κλείνει με δύναμη τα μάτια του , στρίβει αριστερά το κεφάλι απότομα , ανοίγει διάπλατα το στόμα και μένει έτσι για λίγα δευτερόλεπτα.

Αμέσως μετά επιστρέφει στις εργοστασιακές ρυθμίσεις σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.

Μερικοί λένε ότι το έπαθε γιατί τον είχανε βάλει υπεύθυνο για τα τασάκια και τους καφέδες στις ατελείωτες συνεδριάσεις των δημοτικών συμβουλίων και λένε ότι άκουσε τόσες μαλακίες που στο τέλος δεν άντεξε ο άνθρωπος.  

Άλλοι πάλι λένε ότι το έπαθε όταν μετακόμισε από το Καμπιέλο. Είχε πουλήσει το ερείπιο, όπου έμενε, και πήρε μια γκαρσονιέρα απέναντι από το Εργατικό κέντρο.

Δεν υπολόγισε καλά και έκτοτε είχε στα δέκα μέτρα τα μεγάφωνα του Εργατικού Κέντρου να παίζουν ριπλέι το «Πάγωσε η τσιμινιέρα»

 

Ο Μάκης ο Αναρχικός

Ο Μάκης  έχει υψηλό επίπεδο ενσυναίσθησης και χιούμορ πράγμα σπάνιο για φανατικούς πάσης φύσεως.

Με βλέπει σκεφτικό και με ρωτάει τι μου συμβαίνει.

Του εξηγώ ότι κάθε μέρα διαβάζω, θέλοντας και μη, αυτή την αγγελία στην κολόνα απέναντι μου.

Μια νοσοκόμα αναλαμβάνει ηλικιωμένους. Μπάνιο, ενέσεις , βεντούζες κλπ.

-«Με τσακίζει!» του λέω.

Φεύγει αμίλητος.

Την επομένη στην κολόνα είναι κολλημένη μια νέα αφίσα.

Από πάνω γράφει «Γκαλά όπερας» παρακάτω έχει την φωτογραφία της Μαρία Κάλλας και πιο κάτω γράφει «Κατάληψη Αντινομία».

 

Η Τσίν

Η Τσίν είναι Κινέζα και δουλεύει το Κινέζικο της γειτονιάς.

Είναι σοβαρή.

Πίνει τον καφέ της , κοιτάει τα αυτοκίνητα έξω και μου λέει σκεφτική:

-«Αυτά τα αυτοκίνητα στην Κίνα κάνουν πολλά λεφτά»

-«Επειδή είναι δυτικά;» ερωτώ αφελώς.

-«Όχι ...είναι πολλοί που κάνουν συλλογή από αντίκες.»

 

Ο Αντωνάκης ο Πασόκος

Εδώ μιλάμε για το βαθύ Πασόκ με Κερκυραϊκά χρώματα.

Λαϊκό στέλεχος του Κινήματος και της τοπική αυτοδιοίκησης.

Φοράει ρούχα που είναι αδύνατο να βρεθούν στο εμπόριο.

Πήγε να δώσει συνέντευξη σε τοπικό τηλεοπτικό σταθμό φορώντας βεραμάν παντελόνι, πορτοκαλί σακάκι, ροζ πουκάμισο , γραβάτα κίτρινη με τον Τουίτι στην μέση και λέει σοβαρός στον δημοσιογράφο:

-«Επιτέλους κύριε Ζηνιάτη, ας μιλήσουμε σοβαρά για τα προβλήματα της Κέρκυρας!»

Ο ίδιος κάποτε είχε ανακοινώσει ότι «εφέτος θα γίνουν στους ελαιώνες αεροψεκασμοί από εδάφους».

 

Ο Γιάννης ο Κουτσουμπαλόβ

 

Ετούτος είναι οπαδός του Κουτσούμπα ειδικά.

Με χαιρετάει συνωμοτικά ως εξής:

Πρώτα πρέπει να αγγίξουμε τις γροθιές μας , χτύπημα τις παλάμες μας από αριστερά , μετά από δεξιά , μετά από πάνω , ύστερα από κάτω και τέλος να αναφωνήσουμε «Κουτσούμπαλόβ!»

Ενίοτε μου ζητάει και ένα ευρώ χωρίς να έχει ανάγκη.

Επινόησα μια αποτελεσματική μέθοδο για να τον αποφύγω. Μου ζητάει ένα ευρώ και εγώ του λέω:

-«Ένα ευρώ! Κράτα πέντε να κάνεις την δουλειά σου.»

Βάζω το χέρι στην τσέπη και βγάζω την κάρτα.

-«Τί είναι αυτό;»

-«Κάρτα ...δεν έχεις πιοουές;...λυπάμαι, έτσι γίνονται οι συναλλαγές σήμερα.»

 

Ο Τάσος ο Πιτσικαμόρτης

 

Ο Τάσος είναι ο νεκροθάφτης  της γειτονιάς.

Πίνει αμίλητος ουζάκι με μεζεδάκι.

Δεν έχει πολλές κουβέντες.

Δεν τον ενδιαφέρει το ποδόσφαιρο , τα πολιτικά η ο καιρός.

Εκεί που τσιτώνεται είναι όταν ο Στάθης  ως προβοκάτορας  τον προκαλεί λέγοντας δήθεν αδιάφορα:

-«Τα μάθατε; Η κυρία Λουΐζα έβαλε βηματοδότη.»

Εκεί αρπάζεται ο Τάσος.

-«Τι αηδίες είναι αυτές ογδόντα πέντε χρονώ γυναίκα! Είναι ζωή αυτή με βηματοδότη; Ας το να πάει στο διάολο!»

 

Ο Προβοκάτορας  

 

Ο Στάθης είναι  ο προβοκάτορας του καφέ Μιμόζα.

Μπαίνει ο Τάκης με το Βουλκανιζατέρ να πιεί τον καφέ του και ο Στάθης λέει δήθεν αγανακτισμένος:

-«Είναι δρόμοι αυτοί που έχουμε; Πήγα στις Μπενίτσες και κόντεψα να σκοτωθώ μέσα στους λάκκους.»

Αγριεύει το μάτι του Τάκη.

-«Μία χαρά είναι οι δρόμοι... είχες και στο Κράτσαλο τέτοιους δρόμους;».

 

Στο «Καφέ Μιμόζα» μπορούν να συμβούν τα πάντα ανά πάσα στιγμή.

Σκέφτομαι ότι αν υπήρχε μια κρυφή κάμερα και κατέγραφε τα πάντα θα γινόταν μια εκπομπή με απίστευτη τηλεθέαση.