Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

Η Καρμπονάρα, οι Καρμπονάροι και η γέφυρα των γιατρών.

 Τρώγω μακαρονάδες τρείς φορές την εβδομάδα και παραμένω σταθερά εβδομήντα πέντε κιλά εδώ και δεκαετίες.

Τόλεγε και κάποια σταρ του σινεμά.

Ο λόγος που τρώω τρείς φορές την βδομάδα μακαρόνια είναι ότι δεν μένω μόνος μου.

 Αν μπορούσα θα έτρωγα μακαρονάδες τουλάχιστον πέντε φορές την εβδομάδα.

Η νοστιμότερη, φτηνότερη και γρηγορότερη μακαρονάδα για την δύσκολη εποχή της ακρίβειας και της επισιτιστικής κρίσης που απειλεί το ευτραφές ανθρώπινο γένος των βορείων προαστίων του πλανήτη είναι η θρυλική aglio, olio e peperoncino.

Τουτέστι , τσιγαρίζουμε σκόρδο και κόκκινη καυτερή πιπεριά σε ελαιόλαδο , πετάμε το σκόρδο και την πιπεριά   και ρίχνουμε στο λάδι τα μακαρόνια . Τρίβουμε και τυρί από πάνω και τρώμε σαν άθρωποι.

Εύκολη και φτηνή μακαρονάδα είναι και η Αματριτσιάνα.

Εδώ ρίχνουμε στο τηγάνι δυο τρείς φέτες γκουαντσιάλε και το αφήνουμε να λειώσει.

Την ώρα που λειώνει ρίχνουμε τριμμένη ντομάτα και καυτερό πεπεροντσίνι.

Αφήνουμε να βράσει λίγο και ρίχνουμε μέσα τα βρασμένα μακαρόνια (Μπουκατίνι).

Ανακατεύουμε και βάζουμε στα πιάτα με τριμμένο κεφαλοτύρι  και ουχί Πεκορίνο Ρομάνο που ρίχνουν οι άσχετοι.    

Σκέφτομαι να γράψω συνταγές μαγειρικής με σχεδόν μηδέν κόστος για την ιστορική συγκυρία και να τις πουλάω στο διαδίκτυο.

Μιλάμε για τρελά λεφτά.

Το θέμα τώρα όμως είναι άλλο.

Η Καρμπονάρα, η φημισμένη μακαρονάδα (που οι βέβηλοι ανά τον κόσμο την κάνουν με κρέμα γάλακτος) έχει μια ιστορία χαμένη στα βάθη των αιώνων την οποία αποκαλύπτω σήμερα απαλλάσσοντας τον αναγνώστη από τον κόπο να ασχοληθεί με τόσο ταπεινά και ανούσια θέματα.

Η «Καρμπονάρα» (εκ του Carbone) μεταφραζόμενη στην Ελληνική θα λεγόταν «Καρβουνιάρα».

Για να  γνωρίσει κανείς την προέλευσή του ονόματος της θα πρέπει να γυρίσει πίσω στην εποχή του Ρομπέν των Δασών.

Ο Ρομπέν των Δασών ήταν ένας μύθος αλλά όπως όλοι οι μύθοι δημιουργήθηκαν μέσα σε κάποια πραγματικότητα και ως εκ τούτου είναι αληθινοί.

Εκείνα λοιπόν τα μεσαιωνικά χρόνια οι αγρότες που δεν άντεχαν την καταπίεση και την απάνθρωπη συμπεριφορά των φεουδαρχών κατέφευγαν στα πυκνά δάση της Κεντρικής Ευρώπης και συγκροτούσαν αυτόνομες κοινότητες (χιλιάδων ανθρώπων)  που κατά κύριο λόγω ασχολούνταν με την παραγωγή κάρβουνου το οποίο και εμπορευόταν.

Είχαν δε οπλιστεί και είχαν διαμορφώσει και θεσμούς για την λειτουργία της κοινωνίας τους.

Έκτοτε πέρασαν πολλοί αιώνες και ήρθε η εποχή που ο στρατηγός Γαριβάλδη ξεκίνησε την επανάσταση για την δημιουργία του Ιταλικού κράτους.

Το πιο επίλεκτο σώμα του στρατεύματος τους , δηλαδή κάτι σαν τους κομάντος των σύγχρονων στρατών, το ονόμασε «Καρμπονάρους» , δηλαδή «Καρβουνιάρηδες»,  προς ανάμνηση των Καρμπονάρων του Μεσαίωνα .

Τους έδωσε αυτή την ονομασία, προφανώς  τόσο για ιδεολογικούς λόγους όσο και γιατί οι Καρμπονάροι του Γαριβάλδη  ήταν εξίσου σκληροτράχηλοι με τους Καρμπονάρους του Μεσαίωνα.

Οι Καρμπονάροι του Γαριβάλδη, λοιπόν, μάζευαν τα αποφάγια της προηγούμενης μέρας και τα ανακάτευαν με μακαρόνια για την επόμενη μέρα.

Η μακαρονάδα αυτή ονομάστηκε «Καρμπονάρα».

Σιγά τα ωά!

Το ίδιο κάνω και εγώ κάθε μέρα στην εποχή της τεχνίτης νοημοσύνης και της κβαντικής διεμπλοκής.

Το θέμα όμως δεν τελειώνει εδώ.

Κατά την διάρκεια της επανάστασης του Γαριβάλδη στην Ιταλία αρκετοί κυνηγημένοι Καρμπονάροι ήρθαν στην Κέρκυρα όπου και διέμειναν για κάποιο διάστημα.

Δύο εξ αυτών που ήταν γιατροί η φοιτητές της Ιατρικής βρήκαν καταφύγιο σε ένα σπίτι στο δάσος μερικά χιλιόμετρα βόρεια της πόλης το οποίο του παραχώρησε κάποιος Κερκυραίος αστός.

Το σπίτι αυτό σήμερα ίσα που φαίνεται από τον δρόμο και βρίσκεται ακριβώς στην διασταύρωση που πάει για Παλιοκαστρίτσα  και για τα χωριά του Αγύρου.

Εκεί,  σε αυτό το σπίτι έμεναν οι δύο Καρμπονάροι και έγιναν γνωστοί διότι παρείχαν και τις ιατρικές τους υπηρεσίες στους κατοίκους της γύρω περιοχής.

Έτσι η γέφυρα του ποταμιού σε αυτή την διασταύρωση ονομάστηκε «Γέφυρα των Γιατρών».

Αργότερα οι Καρμπονάροι επιχείρησαν να ξαναπάνε στην Ιταλία όπου τους πιάσανε και τους εκτέλεσαν.

Ο μύθος , όμως , έλεγε ότι κρεμάστηκαν από την κόρδα του σπιτιού και έκτοτε το σπίτι ήταν στοιχειωμένο.

Τον μύθο συντηρούσαν και οι ληστές της περιοχής όπου στήνανε καρτέρι τα βράδια και όταν πέρναγαν τα κάρα από τα χωριά κρύβονταν κάτω από το γιοφύρι φορώντας σεντόνια και χτυπώντας αλυσίδες.

Οι χωρικοί έντρομοι εγκατέλειπαν τα κάρα και γύρναγαν σπίτι τους.

Σήμερα στο σπίτι των γιατρών μένει ένας πολύ καλός φίλος Γάλλος αρχιτέκτονας  ο οποίος συμφώνησε με τους ιδιοκτήτες να ζει εκεί και να συντηρεί το σπίτι.

Ζηλεύω . Πόσο μάλλον που στην περιοχή αυτή η θερμοκρασία είναι πάντα τέσσερις με πέντε βαθμούς χαμηλότερα.

Τα λέω όλα αυτά διότι τα χρόνια περνάνε,  πολλά ξεχνιούνται και,  κάποτε , κάποιοι μπορεί να αναρωτηθούν την ώρα που τρώνε την Καρμπονάρα τους.

2 σχόλια:

Unknown είπε...

στην αματριτσιανα δεν θελει και μελιτζανα?
Libero

Il Trovatore είπε...

Όχι. Αλλά να σου αρέσει κανένας δεν σε εμποδίζει.