Πέμπτη 7 Ιουλίου 2022

Πουτσαντσίνι

 


 

Τέτοιες μέρες , κάποιον Ιούλιο πριν από καιρό βρέθηκα στο Σωκράκι ένα απόγευμα με κάτι φίλους.

Πίναμε την τσιστσιμπύρα μας στην πλατεία του χωριού συζητώντας ανάλαφρα θέματα και ρεμβάζοντας.

Στο βάθος του πλακόστρωτου δρόμου βλέπω έναν γέρο με μπαστούνι γερμένο από τα χρόνια να έρχεται αργά.

Στην γωνιά μια συνομήλικη του γριά να κρύβεται και κρυφοκοιτάζει τον γέρο που πλησιάζει.

Δίπλα της είχε ένα κουβά γεμάτο νερό.

Μόλις φτάνει ο γέρος στην γωνία , βγαίνει η γριά στη μέση του δρόμου ,του ρίχνει το νερό στο κεφάλι και φεύγει τρέχοντας.

Ο γέροντας της φωνάζει διάφορα ακατάληπτα που έμοιαζαν με βρισιές.  

Ταχάσαμε.

Σκεφτήκαμε ότι θα είχαν κάποια διαφορά μεταξύ τους.

Οι Σωκρακίτες του καφενείου μας καθησύχασαν. «Πρόκειται για ένα έθιμο που συμβαίνει τέτοιες μέρες του Ιουλίου. Ρίχνει νερό ο ένας του άλλου απροειδοποίητα.»

Νόμιζα ότι ήταν κάποιο τοπικό Σωκρακίτικο έθιμο που δεν έλεγε να ξεχαστεί ώσπου φέτος τον Ιούλιο βλέπω την συμμορία του εγγονού μου να ετοιμάζει κουβάδες στην γειτονιά.

Βγάλανε τις φανέλες τους.

Ετοίμασαν τα νεροπίστολα και ξεκίνησε ο πόλεμος κατά παντός που έκανε το λάθος να περάσει από εκεί.

Όσες γριές προλάβανε μαζέψανε τα σκαμπό βρεγμένες και κλειστήκανε μέσα μέχρι να περάσει το κακό.

Μιλάμε για ένα ξέφρενο πανηγύρι με γέλια και φωνές χωρίς έξοδα και χωρίς παρεξηγήσεις.

Προσπάθησα να μάθω την προέλευση του εθίμου αλλά δεν τα κατάφερα.

Επίσης προσπάθησα πολλές φορές να εξηγήσω διάφορα ανεξήγητα σε σχέση με την επτανησιακή ψυχοσύνθεση χωρίς κάποιο σοβαρό αποτέλεσμα.

Η ειρωνεία , η φάρσα, ο σαρκασμός και ο αυτοσαρκασμός σαν να βρίσκονται στο DNA μας.

Δύσκολα μπορούμε να επικοινωνήσουμε με άλλους πληθυσμούς της περιοχής εξαιτίας αυτής μας της ψυχοσύνθεσης.

Έψαξα και για τα Πετεγολέτσα.

Σήμερα έχουν εξελιχθεί σε μια σειρά εκδηλώσεων του Δήμου προς αναβίωση του εθίμου με αστεία και πειράγματα.

Τα χρόνια των Ενετών ήταν καθιερωμένο σε κάθε πόλη της επικράτειας, μια φορά το χρόνο να βγαίνουν «όλα στο φόρο».

Μάλλον λειτουργούσε σαν βαλβίδα εκτόνωσης.

Το κάνουν και σε θεραπευτικές κοινότητες απεξάρτησης.

Αν το κάνεις σήμερα αυτό σε μια κλειστή κοινωνία σε οποιοδήποτε μέρος θα σκοτωθούν μεταξύ τους για πράγματα που όλοι γνωρίζουν αλλά μένουν κρυφά.

Σε άλλα μέρη τα δικά μας  καθημερινά πειράγματα θεωρούνται αιτία πολέμου.

Μια φορά, θυμάμαι, συνωμότησε όλη γειτονιά εναντίον μου.

Ετοίμασαν ένα έγγραφο της υπηρεσίας δίωξης οικονομικού εγκλήματος , κανονικό,  με φάκελο της εφορίας και με σφραγίδα , του δευτέρου γυμνασίου μεν,  αλλά ποιος θα την  κοίταζε.

Το έγγραφο με καλούσε να πάω να παρουσιαστώ στην υπηρεσία και μάλιστα στο προϊστάμενο , κάποιο κύριο Δόγκανο, διότι «είχαν πληροφορίες για οικονομικά εγκλήματα»  τα οποία είχα διαπράξει.

Πήγα στην εφορία ψάχνοντας το γραφείο του «κυρίου Δόγκανου» μέχρι που κάποιος εφοριακός κοίταξε το χαρτί και μου είπε αδιάφορα:

«Φίλε σου κάνουν πλάκα. Δεν υπάρχει εδώ Δόγκανος, το έγγραφο έχει αριθμό 666 και ημερομηνία Παρασκευή και 13»

Κάποια άλλη φορά ταξίδευα με την παρέα από την Κέρκυρα στην Αθήνα και από εκεί στην Θεσσαλονίκη.

Στο δρόμο αρρώστησα με πυρετό.

Σταματήσαμε να κοιμηθούμε στον Βόλο.

Οι άλλοι βγήκανε το βράδυ για τσίπουρα και εγώ έμεινα στο ξενοδοχείο με πυρετό και με  κλεισμένο το λαιμό να πίνω το ένα τσάι πάνω στο άλλο.

Όταν επιτέλους γυρίσαμε στην πατρίδα ορκίστηκα να μην ξαναπάω στον Βόλο.

Μερικές μέρες μετά χτυπάει το τηλέφωνο.

-«Λέγετε»

-«Ο κύριος Κυριάκης;»

-«Μάλιστα , ποιος είναι;»

-«Είμαι ο σερβιτόρος του ξενοδοχείου που μείνατε στον Βόλο.»

-«Και τι θέλετε;»

-«Ξέρετε … ξέχασα να σας χρεώσω ένα τσάι και το αφεντικό μου ζητάει να το πληρώσω εγώ … λυπάμαι αλλά με αυτό το μεροκάματο ζω και…»

-«Και τι να κάνω εγώ τώρα ρε φίλε; Πώς να σου πληρώσω το τσάι από την Κέρκυρα;»

-«Να σας δώσω το αριθμό του λογαριασμού μου…. Είναι κρίμα και εγώ εργάτης είμαι.»

Την άλλη μέρα πήγα στην Εθνική βλαστημώντας να πληρώσω το τσάι και τους βρίσκω όλους απέξω να χασκογελάνε.

Εν τω μεταξύ στη γειτονιά επικρατούσε la legge del silenzio.

Οργάνωσα συστηματικά και με υπομονή την αντεπίθεσή μου.

Απέναντι μου είχε το μαγαζί του ένας έμπορος επίπλων που ήταν από τους βασικούς ύποπτους.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα του ήταν ότι κάθε τόσο στάζανε πάνω στο κεφάλι του οι «γκιλότες» των από πάνω που απλώνανε  πρωί πρωί.

Έβγαινε να πιεί τον καφέ του με τους συνταξιούχους της γειτονιάς σε ένα πλαστικό τραπέζι έξω από το μαγαζί . Τότε η άλλη από πάνω άπλωνε και γινότανε κόλαση.

Φωνές και κατάρες.

"Που να μη συφτάκεις να τα μαζέψεις"

Πήγα και έδεσα από την ταράτσα μια σακούλα γεμάτη νερό.

Τράβηξα το σπάγκο μέχρι την άκρη της ταράτσας και τον έριξα κάτω στο δρόμο, τον έδεσα σε ένα κάγκελο στην γωνία και περίμενα.

Μόλις ήρθαν οι συνταξιούχοι , μπήκε μπροστά το γκαζάκι με το μπρίκι και ο καφές.

Περίμενα μέχρι να βάλουν το φλιτζάνι στα χείλι και έκοψα τον σπάγκο.

Δέκα κιλά νερό πέσανε πάνω στο τραπέζι διαλύοντας τα πάντα.

Ο έμπορος βγήκε στη μέση του δρόμου μούσκεμα  με τα χέρια ψηλά φωνάζοντας :

«Πουτάνες!!!!»

Παρόμοιες φάρσες υπάρχουν άπειρες.

Σχεδόν αισθάνεσαι άσχημα αν κανείς δεν ενδιαφέρεται να ασχοληθεί μαζί σου.

Θα αναφερθώ σήμερα  στον γκουρού της φάρσας , του σαρκασμού και της αθυροστομίας,   στον θρυλικό Πουτσαντσίνι.

Ο Πουτσαντσίνι γεννήθηκε βρίζοντας και,  καθώς λένε όσοι τον ξέρουν καλά, έπιασε και τον κώλο της μαμής η οποία εντυπωσιάστηκε από το μέγεθος του πέους του.. «που παρόμοιο δεν είχανε ξαναδεί τα μάτια της».

Με πιέζουν να γράψω ένα πόνημα με τίτλο «Τα παιδικά χρόνια του Πουτσαντσίνι» αλλά φοβάμαι μην μου κλείσει το προφίλ το φέιςμπουκ.

Μιλάμε για την βαθιά Κέρκυρα.  

Το όνομα του είναι σχεδόν άγνωστο στο πολύ κόσμο. Όλοι τον ξέρουν με το παρατσούκλι του.

Εκτός των άλλων ήταν και η μασκότ του ΑΟ Κέρκυρα, ο αγαπημένος όλων των φιλάθλων.

Ακολουθούσε την ομάδα από μικρό παιδί.

Μια φορά μπήκε κρυφά στο Φέρυ μπώτ μαζί με την ομάδα.

Τον βρήκανε κρυμμένο σε μια βάρκα.

Τονε δέσανε με σχοινιά στο κατάρτι και τον στείλανε πίσω στον πατέρα του που τον έψαχνε με την αστυνομία.

Ο Πουτσαντσίνι είναι κοντός και παχουλός.

Δεν έπαιξε ποτέ μπάλα.

Πάντα ήταν απλός φίλαθλος  και το παιδί για όλες τις δουλειές.

Τελευταία αναβαθμίστηκε σε τραυματιοφορέας μέχρι που τούπεσε ο τραυματίας από το φορείο στην μέση του γηπέδου.

Σε ένα ιστορικό αγώνα μέσα στην έδρα μας είμαστε στο τελευταίο λεπτό και τρώμε τρία γκόλ από τον ΠΑΣ Γιάννενα.

Εκείνη την μαύρη και  δραματικότερη στιγμή στην ιστορία του Κερκυραϊκού ποδοσφαίρου   ξεσηκώνεται η εξέδρα μας και καλεί  τον προπονητή να κάνει την αποφασιστική κίνηση δια του συνθήματος:

«Βάλτε μέσα τον Πουτσαντσίνι!!!».

Τι να κάνουμε. Έτσι είμαστε.

Ασφαλώς όταν περνάμε στην απέναντι ακτή επιστρατεύουμε τα τελευταία ίχνη «σοβαρότητας»  που μας έχουν απομείνει και  προσπαθούμε να είμαστε όσο πιο «κόσμιοι» γίνεται.

Μην περιμένετε ,πάντως,  και πολλά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: