Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016

Οι δεκαοχτούρες της μάχης Αναλάτων



Εδώ λίγο πιο κάτω ήταν  το 12ο δημοτικό σχολείο .

Σε αυτόν εδώ το δρόμο …νομίζω …η μάλλον όχι …στο επόμενο στενό ήταν .

Η Πλατεία του ΙΚΑ.

Τότε ήταν χωμάτινη με λίγα δέντρα . Εκεί είδαμε ένα βραδάκι στην τηλεόραση κατάπληκτοι την προσεδάφιση στην σελήνη.

Διασχίζω την μάχης  Αναλάτων και κατεβάζω ταχύτητα .
Από πίσω κορνάρουν.
Βιάζονται.
Δεν είναι ώρα για νοσταλγούς .  
Κάνω δεξιά.

Τότε ήταν χωματόδρομος  . Παίζαμε ποδόσφαιρο.Ήταν πολύ σπάνιο να μας διακόψει κάποιο τροχοφόρο κατά την διάρκεια του (ατελείωτου) αγώνα.

Το σπίτι του Λευτέρη.

Υπάρχει ακόμα.

Στο σαλόνι , στο πάρτι των γενεθλίων του φίλησα την Μαίρη.

Πέθανε  είκοσι δύο χρονών.  «Υπερβολική δόση» είπανε.
Κατεβαίνω από την μηχανή , βγάζω το κράνος και περνάω απέναντι .

Το  ξυλουργείο του Μπάρμπα Μήτσου έχει γίνει Πιτσαρία .

«Τι θα  πάρετε;» Με ρωτάει η κοπέλα της «Μπέλα Νάπολη».

Τα δύο δέντρα απέναντι  δίπλα από τις γραμμές του τράμ ήταν το ένα τέρμα της ομάδας μας. 
Διασώθηκαν . 
Τα άλλα δύο ήταν εκεί που είναι τώρα τα φανάρια …νομίζω.

Μια δεκαοχτούρα έρχεται  κοντά στο τραπέζι και ψάχνει για ψίχουλα .

Τρίβω την άκρη της πίτσας και της ρίχνω λίγα.

Σκέφτομαι ότι όπου νάναι θα ξεθαρρέψει και θάρθει και το ταίρι της .

Ουδέποτε θα δεις μια δεκαοχτούρα μόνη της.

Ανεβαίνω στη μηχανή και κατηφορίζω προς την νέα Σμύρνη . 
Εδώ στο τέλος του κατήφορου υπήρχε ένα  ρέμα με νερό χειμώνα καλοκαίρι και ένας πυκνός καλαμιώνας.

Σε αυτό το ρέμα γίνανε ιστορικές μάχες ανάμεσα στα στρατεύματα του Νέου Κόσμου και της Νέας Σμύρνης.

Κόβαμε καλάμια και τα κάναμε κοντάρια  . Μερικοί είχαν φτιάξει και τόξα και αποτελούσαν τις «ειδικές δυνάμεις» μας.

Κανείς δεν ήξερε ότι εδώ πολέμησε ο Καραϊσκάκης στην Μάχη Αναλάτων.

Παραλίγο να πέσω πάνω στο Τράμ.

Μου κορνάρουν από δεξιά .

Μάλλον έχουν προτεραιότητα.

Θέλει προσοχή .

Αν δεν περάσεις από την σωστή γέφυρα μπορεί αντί για την Νέα Σμύρνη να βρεθείς  στην Νέα Γουινέα.

Κάποια φορά είπα να δοκιμάσω την τύχη μου στο κυνήγι.
Πήρα το ντουφέκι του πατέρα μου και βρέθηκα κάτω από το Σωκράκι μέσα σε  ένα δάσος με αγριοκαστανιές και πανύψηλες αιωνόβιες βαλανιδιές.

Το τοπίο δεν έμοιαζε με την σημερινή Κέρκυρα . 
Λένε ότι πριν φυτευτούν οι ελιές , έτσι ήταν όλη η Κέρκυρα. Γεμάτη με άγρια δέντρα.

Ξαφνικά ακούω ένα δυνατό φτερούγισμα να περνάει πάνω από το κεφάλι μου.
Σηκώνω το ντουφέκι και ρίχνω στο τυφλά.

Η δεκαοχτούρες δεν τρώγονται. Είναι γκρίζα αγριοπερίστερα με ένα κολάρο στον λαιμό . 
Δεν ζουν σε κοπάδια. 
Πηγαίνουν πάντα ανά ζεύγη.

Η δεκαοχτούρα έπεσε λίγα μέτρα μπροστά μου. 
Η άλλη σταμάτησε για λίγο σε ένα κλαρί και συνέχισε μόνη της .

Κρέμασα το ντουφέκι για πάντα ..ελπίζω.

Κατηφορίζω ένα δάσος με αγριοκαστανιές και ξαφνικά μπροστά μου  η φοβερή πλατεία Νέας Σμύρνης.

Να μην ξεχάσω να βάλω βενζίνα.

Ιδρώνω μέσα στο κράνος.

Σταματάω να πάρω τσιγαρόχαρτα.

Ένα ζευγάρι δεκαοχτούρες ψάχνουν το πεζοδρόμιο.

Γέμισε ο κόσμος δεκαοχτούρες.

Τι γυρεύουν το κατακαλόκαιρο στην Αθήνα.

Παίρνω και ένα κουτί μπισκότα τα τρίβω και τους  ρίχνω.

Δεν πιστεύουν στα μάτια τους.

Μια ταλαιπωρημένη γυναίκα έρχεται μάλλον από δουλειά είναι σκυθρωπή και κοιτάει χαμηλά .

Φοβάμαι αδικαιολόγητα ότι θα πατήσει τις δεκαοχτούρες και της λέω να προσέξει.

Με κοιτάει με ύφος τρομαγμένο και απομακρύνεται βιαστικά.

Κάθομαι στο πεζούλι και ανάβω τσιγάρο.

Κάτι μου λέει ένα πρεζόνι αλλά δεν καταλαβαίνω.

Χτυπάει το τηλέφωνο.

Με περιμένει στην  Πατησίων.

Στην στροφή Νέας Σμύρνης μπαίνω στην Συγγρού και ανεβαίνω προς του Φίξ.

Πώς ξεριζώσανε , αλήθεια, τόσα εκατομμύρια βαλανιδιές!