Ο Μικέλης
γεννήθηκε τσου Αγραφούς.
Η Μάνα του
τον έλεγε «Μιχαήλη» αλλά δεν του άρεσε γιατί ήτανε χωριάτικο και όταν ήρθανε
στη χώρα το έκανε «Μικέλης» που ήτανε πιο
κοσμοπολίτικο.
Ο Μιχαήλης
ήταν ένας συνηθισμένος επαγγελματίας
μέχρι που χώρισε.
Για την
ακρίβεια «τον έδιωξε» καθώς λέγανε οι φαρμακόγλωσσες της Πόρτα Ρεμούντα.
Ο Μικέλης
στην αρχή πέρασε μια περίοδο πένθους .
Για καιρό ήτανε σκυμμένος
πάνω σε τιμολόγια λες και έδινε πανελλαδικές.
Ξαφνικά
κάτι τον τσίμπησε και βγήκε έξω
χαμογελαστός .
Σκιάχτηκα.
Αυτό το
χαμόγελο με τρόμαζε. Δεν έμοιαζε με το υποκριτικό χαμόγελο του βουλευτή στο
πανηγύρι , ούτε με το υπηρεσιακό χαμόγελο του σερβιτόρου . Δεν έμοιαζε καν με το χαμόγελο
του ψυχοπαθούς.
Μου φαίνεται
ότι ετούτο το χαμόγελο παρουσιαζόταν ως το χαμόγελο της αισιοδοξίας , ας πούμε, αλλά κάλυπτε την απόγνωση.
Μου θύμιζε τον
«Ανθρωπο που γελά» που είχα διαβάσει μικρός.
Όταν λέμε «χαμογελούσε» δεν εννοούμε που και πού.
Ο Μιχαήλης
χαμογελούσε όλη μέρα. Βρέξει χιονίσει. Ότι
και αν άκουγε.
Λένε
οι μεγάλοι της ψυχολογίας ότι όλοι οι άνθρωποι
μετά από μια μεγάλη καμπή της ζωής τους αναπροσαρμόζονται αναλόγως . Άλλοι θετικά και δημιουργικά και άλλοι υποκρινόμενοι
κάτι που θα ήθελαν να είναι και δεν είναι.
Ήξερα μια
υπάλληλο της στατιστικής υπηρεσία η οποία μόλις πήρε σύνταξη ασχολήθηκε
με την καλλιέργεια ρίγανης, έβγαλε και μια θεωρία για τις θεραπευτικές ιδιότητες της ρίγανης
και κατήγγειλε όλη την ανθρωπότητα και κυρίως την νέα γενιά που δεν γυρνάει στα χωριά της να ζήσει καλλιεργώντας ρίγανη.
Ένας άλλος γνωστός μου, τυπικός υπάλληλος των δικαστηρίων μια ζωή , μόλις πήρε σύνταξη έγινε «αναρχοαυτόνομος»
και κατήγγειλε τους νέους για συμβιβασμό
και απάθεια.
Ο Μικέλης
μόλις χώρισε αγόρασε χορτοκοπτικό και
βάλθηκε να καθαρίσει εθελοντικά όλον τον
πλανήτη από τσι βατσουνιές .
Έπλενε
πεζοδρόμια με πιεστικό .
Έξυνε
κολλημένες τσίχλες με σπάτουλες από τις πλάκες
των πεζοδρομίων .
Τοποθετούσε
κάδους ανακύκλωσης.
Το μέλλον
πλέον για τον Μιχαήλη ήταν ο «έθελοντισμός».
Αυτά όλα όμως
δεν με ενοχλούσαν .
Εκείνο που
με τάραζε ήταν το χαμόγελό του.
Έχει μια
αποθήκη εδώ κοντά και περνάει δεκάδες
φορές κάθε πρωί από μπροστά μου με το σκουτεράκι του φωνάζοντάς μου «καλημέρα
Σταμάτη» χαμογελαστός.
Ο εφιάλτης
μου.
Πρέπει να είμαι συνεχώς σταντ μπάυ μην περάσει ο Μιχαήλης ,μου πει καλημέρα , δεν
προλάβω να ανταποδώσω και με περάσει για
αγενή.
Έτσι όταν η
γυναίκα μου μου είπε να πάμε εκδρομή
στην Βουλγαρία συμφώνησα αμέσως.
Η Βουλγαρία
δεν ήταν μέσα στις προτιμήσεις μου αλλά μιας και ήτανε φτηνά δέχτηκα
κυρίως για να μην βλέπω για μερικές μέρες τον Μιχαήλη χαμογελαστό να
μου λέει καλημέρα.
Διασχίσαμε
κάμπους και βουνά . Γιοφύρια και λαγκάδια και φτάσαμε επιτέλους στα αδιαμφισβήτητα σύνορα της BP με
την Gazprom.
Στο πρώτο
βενζινάδικο της Gazprom σταματήσαμε για ένα σουβλάκι .
Ο σουβλατζής
ενώ τύλιγε την πίττα με δεξιοτεχνία
Έλληνα σουβλατζή στο μοναστηράκι με ρώτησε αν θέλω και γυναίκα.
Αιφνιδιάστηκα
.
«Εκτός από
σουβλατζής είσαι και νταβατζής;» ρώτησα
ευγενικά και με ενδιαφέρον.
«..και
Σοβατζής , και πλακάκια , και υδραυλικά» μου απάντησε σοβαρά.
Ανεβήκαμε τις
αμέτρητες στροφές του όρους Πιρίν και
επιτέλους φτάσαμε στο χιονοδρομικό κέντρο
ενός μέχρι πρότινος ασήμαντου ορεινού χωριού που έχει μια εκκλησιά ένα νεκροταφείο , 50 σπίτια
και πεντακόσια ξενοδοχεία .
Με το που
άνοιξα την πόρτα του αυτοκινήτου μου κόπηκε η ανάσα.
17 υπό το
μηδέν !
Σκέφτηκα
ότι άν δεν καταφέρω να διασχίσω το δρόμο
θα με βρούνε το πρωί κοκκαλωμένονε απάνω
στην νησίδα σαν τον Τζάκ Νίκολσον στην «Λάμψη».
Με το που μπήκα στην είσοδο του φτηνού αλλά
πολυτελούς ξενοδοχείου μου ξανακόπηκε η ανάσα .
Μπροστά
στην ρεσεψιόν ο… Μιχαήλης χαμογελαστός .
«Σταμάτη αδρεφέ! Και σύ εδώ; Θα περάσουμε τέλεια!»
Κοίταξα προς
τα πάνω που συνήθως βρίσκονται οι Θεοί.
Από πάνω
μου ένας τεράστιος πολυέλαιος βουλγάρικης αισθητικής .
Νόμιζα ότι
είναι ώρα να κοπεί το συρματόσχοινο και
να μου πέσει στο κεφάλι.
Ήθελε να
μου πάρει και τις βαλίτσες στο δωμάτιο.
«Μην
κάνεις έτσι μου είπε η γυναίκα μου… γίνεσαι υπερβολικός… δεν τον είδες με τα
πέδιλα; Ήρθε για σκί… όλο το πρωί θα λείπει.»
Έσφιξα
τα δόντια.
Στο
εστιατόριο αργότερα εκεί που περίμενα
στην ουρά στον μπουφέ νοιώθω να με ακουμπάνε δυό στητά και μυτερά στήθη
ψηλά στην πλάτη.
Γυρνάω και
μου ξανακόβεται η ανάσα για Τρίτη φορά .
Μια
ρωσίδα δύο μέτρα από αυτές
των επιδείξεων μόδας με ένα πιτσιρίκι στο χέρι.
Κρατάω την
ψυχραιμία μου.
Ο Ρώσος
απέναντι περιμένει στο τραπέζι κοιτάζοντας
αφηρημένος τριγύρω.
Ξυρισμένο
κεφάλι χοντρός λαιμός και τατού.
Κλασικός
τύπος ρώσου μαφιόζου.
Σίγουρα
στο πόρτ μπαγκάζ θα έχει και κανένα πολυβόλο για ώρα ανάγκης.
Φαίνεται
ότι όταν εγώ ήμουνα αφισοκολλητής στην ΚΝΕ αυτός ήτανε ταμίας της Κομσομόλ.
Δεν με
παίρνει ούτε να το σκέφτομαι.
Επιτέλους
ξημέρωσε και βλέπω στην ρεσεψιόν μέσα
στο τσούρμο τον Μιχαήλη και τον
μαφιόζο με πέδιλα σκούφους γυαλιά και
λοιπά συμπράγκαλα να ετοιμάζονται για το
χιονοδρομικό κέντρο.
Ωραία!
Είναι ευκαιρία τώρα που θα λείπουν όλοι στις ερημιές να κατέβω στα υπόγεια του ξενοδοχείου και να μπω
επιτέλους σε Τζακούζι που το είχα καημό.
Παίρνω το κατάλευκο
μπουρνούζι και διασχίζω τους άδειους διαδρόμους ωσάν τον Λέοντα τον Γ’ των Ισαύρων .
Η τεράστια
αίθουσα με την πισίνες ήταν εντελώς
άδεια.
Μπαίνω
στην λούμπα με τις μπουρμπουλήθρες και
αισθάνομαι ότι δεν πήγε τσάμπα τόσος δρόμος.
Ξαφνικά
μου κόβεται η ανάσα για τέταρτη φορά .
Μπαίνει
στην άδεια αίθουσα μοναχή της η ρωσίδα με τον πιτσιρικά.
Ρίχνει τον
πιτσιρίκο στην μεγάλη θερμαινόμενη πισίνα να πάρει ένα μπούγιο και έρχεται
με βηματισμό μοντέλου καταπάνω
μου.
Ανεβαίνει
στο περβάζι και περνάει πάνω από το
κεφάλι μου.
Φοράει ένα
μαγιώ που δεν είναι σωστό να το περιγράψω δημοσίως . Άλλωστε έχουν αναφερθεί επαρκώς
σε αυτό οι μεγάλοι της Κβαντικής μηχανικής στην «Θεωρία των
υπερχορδών. Τα περίφημα “super
strings”.
Κατεβαίνει
αργά τα σκαλιά του Τζακούζι και ξαπλώνει
κλείνοντας τα μάτια.
Τα πόδια της
έχουν φτάσει δίπλα από την μύτη μου.
Σκέφτομαι
ότι αν πάθω ανακοπή εδώ μέσα την άλλη μέρα θα είμαι πρώτο θέμα στο δελτίο
ειδήσεων του Corfu Chanel « Γνωστός
Κερκυραίος ηλεκτροσυγκολητής άφησε την τελευταία του πνοή από ανακοπή σε
Τζακούζι όπου βρισκόταν με ρωσίδα τόπ
μόντελ.
Μου
κόβεται η ανάσα για Πέμπτη φορά όταν βλέπω εκείνη την στιγμή να μπαίνει στην
αίθουσα ο Μικέλης χαμογελαστός.
Νόμιζα ότι
έβλεπα βρικόλακα. Τον είδα να φεύγει με το λεωφορείο για τα βουνά.
«Σταμάτη
το μετάνιωσα. Θα μείνω εδώ σήμερα και αύριο βλέπουμε».
Βγαίνω
άρον άρον από το τζακούζι και τρέχω να καλυφθώ.
Με παίρνει
από πίσω.
Καταφεύγω
στο χαμάμ.
Μου
ξανακόβεται η ανάσα για έκτη φορά . Θερμοκρασίες Αφροδίτης.
Κάθομαι σε
ένα ξύλινο πάγκο με τον Μιχαήλη από δίπλα να μου εξηγεί κάτι για «δράσεις» που μας
περιμένουν μόλις γυρίσουμε στην Κέρκυρα.
Αν πάθω
ανακοπή εδώ μέσα από την πολύ ζέστη αύριο θα είμαι πρώτη είδηση στο Corfu Chanel. «Γνωστός
Κερκυραίος γκέι ηλεκτροσυγκολλητής βρέθηκε νεκρός από ανακοπή
σε χαμάμ με τον συνοδό του».
Δεν θα
ησυχάσει η ψυχή μου ούτε στον άλλο κόσμο.
Θα γυρίσω
πίσω με μοναδικό σκοπό να πνίξω με τα ίδια μου τα χέρια τον Μικέλη.
Γυρίσαμε
στην Κέρκυρα με ανακούφιση .
Παραλίγο
θα έπεφτα στο γόνατα να προσκυνήσω τα ιερά
πέτσα του λιμανιού.
Την
επομένη πάω να βάλω το κλειδί στην πόρτα και ακούω πίσω μου μια φωνή.
«Καλημέρα
Σταμάτη»
Τώρα που σας
μιλάω ετοιμάζω ταξίδι για τον Βόλο και
έχω μια ανεξήγητη ανησυχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου