Πέμπτη 15 Αυγούστου 2013

Έγκλημα στο Βίδο


 Το Βίδο έχει αλλάξει πολύ από την προηγούμενη φορά που το επισκέφθηκα .

Λίγο η εθελοντική δουλειά των προσκόπων και των πιτσιρικάδων των δημοτικών κατασκηνώσεων , λίγο η μέριμνα του δημαρχείου έχουν  μετατρέψει το μικρό νησάκι  σε  έναν μικρό παράδεισο  σε λιγότερο από δύο μίλια από το λιμάνι της Κέρκυρας.

Στο μικρό του λιμανάκι απέναντι από την πόλη έχει  εστιατόριο και καφέ.
Στην μέση είναι οι κατασκηνώσεις  και  στην άλλη πλευρά του νησιού δυό μικρές και ωραίες παραλίες .

Οι πάντα λιγοστοί  επισκέπτες  γίνονται μια παρέα αμέσως μετά  την επιβίβαση τους στο καΐκι του (Αι) Ονούφρη  του χορωδού από τσου Λιαπάδες που έχει κάνει καντάδες «σε όλα τα μήκη και τα πλάτη Τσι Γής».

Με το που πατήσεις το ποδάρι σου στο λιμάνι αισθάνεσαι σαν η μικρή παρέα να απομονώνεται πλήρως από τον έξω κόσμο και τις ανησυχίες του.

Εξαφανίζονται οι θόρυβοι της πόλης και ξεκινάς ένας περίπατο ανάμεσα στα δέντρα για να βρεθείς στην παραλία της άλλης πλευράς.

Η Ζέστη πλέον αντέχεται. 
Βρίσκω και ένα πεσμένο καλάμι για να κατεβάσω κανένα σύκο από την τεράστια συκιά της παραλίας.

Τριγύρω μου μαζεύτηκαν αμέσως  και οι μόνιμοι κάτοικοι του νησιού. Πέρδικες , φασιανοί και κουνέλια.  
Περιμένουν με αγωνία να αποτύχει η προσπάθεια μου και να μου πέσει το σύκο κάτω. 
Ορμάνε ποιος θα το πρωτοπάρει.

Ξαφνικά μια οργισμένη φωνή ταράζει την γαλήνη του επίγειου παραδείσου μας.

«Όποιος  πούστης μου πήρε τις παντόφλες να τις φέρει πίσω γιατί άμα τόνε βρω  θα τόνε γα…σω!».

Ο Αλέκος ο γιγαντόσωμος και καλόκαρδος πυροσβέστης  της συντροφιάς έχει αγριέψει.

Δεν είναι μικρό πράμα να σου κλέψουν τις παντόφλες ακριβώς εκεί.

Αυτό σημαίνει ότι θα γυρίσεις πίσω ένα χιλιόμετρο χωματόδρομο με κοφτερές πέτρες ξυπόλητος.  
Όταν βγεις επιτέλους  στο λιμάνι θα πρέπει να διασχίσεις την πόλη ξυπόλητος υπό τα απορημένα βλέμματα των συμπολιτών σου . 
Τέλος θα πρέπει να δώσεις δέκα (τουλάχιστον ευρώ) για να αγοράσεις καινούργιες παντόφλες,  δεκαπέντε  μέρες πριν τελειώσει το καλοκαίρι.

Μου βγαίνει ο Ηρακλής Πουαρώ που πάντα κρυβόταν μέσα μου και αναλαμβάνω αμισθί την υπόθεση.

Ο Αλέκος φοράει σαράντα πέντε νούμερο.

Λογικά θα πρέπει να αποκλείσουμε τους προσκόπους και τα παιδιά της κατασκήνωσης εκτός από μια ομαδάρχισσα με μαύρο μαγιό  και  θεϊκό στήθος  που φοράει σαράντα τρία  και θα μπορούσε να «την έχει κάνει».

Οι Υπόνοιες πέφτουν και στην χοντρή , την Ευτυχία από το Καμπιέλο,  παρόλο που κατά την διάρκεια του εγκλήματος ήταν μέσα στο νερό.

Η παρέα των Γερμανών θα πρέπει μάλλον να αποκλείεται  γιατί  είναι υπερβολικά νομοταγείς για να κάνουν μια τέτοια  εγκληματική πράξη.

Ο Φύλακας με την καμιονέτα που κάνει περιπολίες δεν πλησίασε καθόλου την ακτή.

Η Νικολέτα είναι ξαπλωμένη στον ήλιο από την ώρα που ήρθε γιατί έχει ένα πρόβλημα με τη μέση της και ο γιατρός της σύστησε «μπάνια».

Οι υποψίες συγκεντρώνονται στα κουνέλια.

Οι Πρόσκοποι (που ξέρουν) είναι κατηγορηματικοί : «Τρώνε τα πάντα, ακόμα και φύκια».

Αποκλείω και αυτή την εκδοχή γιατί οι παντόφλες είχαν και μεταλλική αγκράφα, οπότε θα βρίσκαμε τις αγκράφες κάτω από τη συκιά που έχουν καταλύσει τα υπόλοιπα μέλη του ζωικού βασιλείου.

Μια φοβερή υποψία μπαίνει στο μυαλό του Αλέκου.

Σύμφωνα με αυτό το σενάριο:  Το κύμα παίρνει τις παντόφλες. Η Ευτυχία η χοντρή κρύβει τις παντόφλες με πέτρες στο βυθό για να τις πάρει όταν θα κοπάσει ο θόρυβος  και θα σταματήσουν οι έρευνες.

Στην επόμενη φάση βλέπω τον γιγαντόσωμο πυροσβέστη με  τα γυαλιά κολύμβησης ενός προσκόπου να ψάχνει στο βυθό.

Τίποτα!

Ο Ήλιος πέφτει.

Παίρνουμε το χωματόδρομο για το λιμανάκι.

Ακολουθεί ο Αλέκος κουτσαίνοντας και βλαστημώντας.

Δεν φτάνει που του πετσοκόψανε το μισθό και τα επιδόματα. Δεν φτάνει που κινδυνεύει να τον απολύουν κάθε χρόνο και να τον επαναπροσλαμβάνουν τον Αύγουστο με τα μαΐστρα, του κλέψανε και τις παντόφλες  την πιο ακατάλληλη στιγμή.

Φτάνουμε στο λιμανάκι του Βίδου  καθόμαστε και παραγγέλνουμε το ουζάκι μας.

Από το βάθος του δρόμου έρχεται η μικρή  καμιονέτα του δήμου που μαζεύει τα σκουπίδια.


Επάνω στην καρότσα  στέκεται όρθιος και ευθυτενής  ο Αλέκος  σαν τον Στρατηγό Ντε Γκώλ  στην παρέλαση της 14ης Ιουλίου κάτω από την αψίδα του Θριάμβου.

4 σχόλια:

Κατερίνα είπε...

Γεια σου ρε Σταμάτη! Ευχαριστώ.

Il Trovatore είπε...

Γεια σου και σένα Κατερίνα

akrat είπε...

πάντα εικονολάτρης...

Il Trovatore είπε...

:) Χαιρετώ Ακράτητε