Κυριακή 16 Ιουνίου 2013

Τι γυρεύω εγώ σ΄αυτούς τους βάλτους;


 Αναλάβαμε την περίφραξη του ραδιοφωνικού σταθμού με το μέτρο.

Θα δουλεύαμε πέντε άτομα  χειμωνιάτικα για να περιφράξουμε μια απόσταση 2.536 μέτρων, τα περισσότερα μέσα στο βάλτο.

Φορούσαμε γαλότσες κυνηγητικές μέχρι τη μέση και χοντρά δερμάτινα γάντια.

Οι δύο πήγαιναν μπροστά και ξεδίπλωναν το συρματόπλεγμα , οι άλλοι δύο από πίσω το σήκωναν στους πασσάλους και ο  τελευταίος το έδενε.

Ανάμεσα μας αναπτύχθηκε μια σχέση  που, νομίζω δεν είχε να κάνει με κάποια  ακατανόητη «αύρα» η κάποιου είδους «ενέργεια» ανάμεσα μας, όπως συνηθίζεται να λέγεται σε συζητήσεις στα χειμωνιάτικα σαλόνια. 

Κατανοούσαμε  τον κόπο του άλλου και  ο καθένας την ανάγκη  όλων μας να βγούμε επιτέλους μέσα από το βάλτο.

Στο νησί μας βρέχει πολύ συχνά. Βρέχει από πάνω , βρέχει από τα πλάγια και μερικές φορές βρέχει και από κάτω.

Όταν έβρεχε δεν γινόταν να τα παρατήσουμε και να πάμε κάπου να περιμένουμε να σταματήσει η βροχή. Η απόσταση ήταν μεγάλη και δύσκολα την περπατούσες με το νερό μέχρι πάνω από τα γόνατα.
  
Έβλεπα μέσα από τους καλαμιώνες τα φώτα του ραδιοφωνικού σταθμού και θυμόμουν τα λόγια του πατέρα μου.
Είχαν πάει με την χορωδία να ηχογραφήσουν  και «μπούκωναν» τα μικρόφωνα.
Βγήκαν στο πίσω μέρος να ηχογραφήσουν σε ανοιχτό χώρο αλλά κάθε που ξεκίναγαν το τραγούδι μαζί τους ξεκίναγε και ένα βατράχι.

Στα αρχεία του σταθμού μάλλον θα υπάρχει και η φωνή του πατέρα μου καθώς και εκείνο το βατραχάκι που είχε την αποκοτιά  να περιγελά και να διακόπτει τις συναυλίες των ανθρώπων.

Νάμαστε πάλι τώρα μπροστά στον σταθμό ξανά.

Ένα πανό στην είσοδο  απαιτεί  «Ανοιχτό ραδιόφωνο σε όλους» .

Χαμογελάω. 
Ελπίζω να μην μας ζητήσουν να βγάλουμε την περίφραξη.

Περιδιαβαίνω και βλέπω γνωστά πρόσωπα. Βιαστικές ματιές , μικρά χαμόγελα, ανησυχία.

Μοιάζουν με πρόσωπα ενός μουσικού βιντεοκλίπ που αλληλοδιαδέχονται το ένα το άλλο  στον ρυθμό και στον χρόνο της μουσικής.

Η Μαρία που πρέπει να βγει γρήγορα στον «αέρα».
Γράφει βιαστικά στον υπολογιστή. Ξαφνικά σταματάει και μονολογεί κοιτάζοντας αφηρημένα και αμήχανα  την οθόνη:
«Σαν να «καλύπτω θέμα»… το «θέμα» κάποιων άλλων.
Μικρές κόκκινες τριχούλες  απλώνονται σιγά - σιγά στα μάτια της  και βουρκώνουν .
Το  δάχτυλό της  παίζει αμήχανα με το ποντίκι.

Στον καναπέ του διαδρόμου η Διαμάντω ,η Κύπρια ,«με την κοιλιά στο στόμα», κοιτάζει στην τηλεόραση το ΡΙΚ να αναμεταδίδει ΕΡΤ. 
Τα ύστερα του κόσμου!
 Με κοιτάζει  με τα μεγάλα καθαρά χαμογελαστά της μάτια , τα ομορφότερα του σύμπαντος κόσμου.

Έξω ο Θοδωρής, ο βιολιστής μας,  κάθεται στα χόρτα μόνος και γράφει πυρετωδώς νότες πάνω σε μια ανακοίνωση.
Δεν είναι να τον διακόπτεις  κάτι τέτοιες στιγμές.

Ο Πέτρος που γυροφέρνει στο χέρι του ένα άχυρο και σκέφτεται τις επιλογές του.

Η Ελένη που προσπαθεί να κρύψει με ένα δυνατό γέλιο την πεποίθησή της ότι μια ακόμη ήττα είναι «ασφαλώς βέβαιη»….

…και στη διπλή διαχωριστική γραμμή του δρόμου , ανάμεσα στα αυτοκίνητα η Κορίνα με το σακίδιο της στην πλάτη μοιράζει τις  διακηρύξεις του αγώνα.

Μου χαμογελάει από μακριά και κουνάει το χέρι.

Θάθελα να πάω εκεί, στην διπλή διαχωριστική γραμμή, και να της δώσω ένα φιλί.

Φοβάμαι μην μας «παρεξηγήσουν».
Άσε που θα δημιουργήσουμε και προβλήματα στην «ομαλή κυκλοφορία των οχημάτων».

Ήταν δύσκολο να περιφράξουμε τον σταθμό.


Νομίζω ότι θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αποκαταστήσουμε τις επικοινωνίες.